Αποσπάσματα από το κεφάλαιο «Αισθητηριακή εντροπία» του βιβλίου «Τα 8 θανάσιμα αμαρτήματα του πολιτισμού μας» (1973) του Κόντραντ Λόρεντς*

Αισθητηριακή εντροπία

Πολύ νωρίς, οι άνθρωποι ανακάλυψαν πως μπορούσαν, μ’ έναν πολύπλοκο συνδυασμό των ερεθισμάτων, να αυξήσουν το αποτέλεσμα των τερψιγενών καταστάσεων και, με τη συνεχή εναλλαγή τους, να εμποδίσουν την τέρψη ν’ αμβλυνθεί από τη συνήθεια. Η ανακάλυψη αυτή, που έγινε σ’ όλους τους μεγάλους πολιτισμούς, οδήγησε στη                    δ ι α σ τ ρ ο φ ή,  η οποία πάντως δεν είναι τόσο καταστροφική πολιτισμικά όσο τείνει να είναι η  α π ο χ α ύ ν ω σ η.  Πολλοί σοφοί στοχάστηκαν και έγραψαν γι’ αυτές τις δύο αδυναμίες, καταγγέλλοντας τες, περισσότερη όμως έμφαση έδωσαν πάντοτε στην διαστροφή….

Έχουμε πάψει ν’ αντιλαμβανόμαστε πόσο έχουμε γίνει εξαρτημένοι από τις σύγχρονες «ανέσεις», γιατί τις θεωρούμε πια σαν κάτι αυτονόητο…

Η αυξανόμενη έλλειψη ανοχής απέναντι στις δυσάρεστες εμπειρίες, συνδυαζόμενη με τη μειωμένη ελκυστικότητα της τέρψης, κάνει τους ανθρώπους να χάνουν την ικανότητα να εργαστούν σκληρά, με την προοπτική ενός μακρινού αποτελέσματος που υπόσχεται την ευχαρίστηση…

Δεδομένου ότι ο μηχανισμός ευχαρίστησης – απέχθειας έχει την ιδιότητα της αδράνειας και, μαζί μ’ αυτή, την ιδιότητα της ανάπτυξης αντιθέσεων, η άμετρη προσπάθεια για την «πάση θυσία» αποφυγή και του ελάχιστου δυσάρεστου αισθήματος, έχει σαν αναπόφευκτη συνέπεια να παρεμποδίζονται ορισμένες μορφές ευχαρίστησης που προκαλούνται από τη λειτουργία της αντίθεσης.

Η παλιά λαϊκή παροιμία: «Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γυμνός ο κώλος τη Λαμπρή» κινδυνεύει να ξεχαστεί. Πρώτα απ’ όλα, τη χαρά την κάνει σχεδόν απρόσιτη η λιπόψυχη αποφυγή της δυσάρεστης εμπειρίας. Ο Χέλμουτ Σούλτζε έχει επισύρει τη προσοχή στο εκπληκτικό γεγονός ότι ούτε η λέξη χαρά, ούτε η έννοια της χαράς εμφανίζονται καθόλου στον Φρόϋντ, ο οποίος αναγνωρίζει την ευχαρίστηση αλλά όχι και τη χαρά.

Όταν φτάνουμε στην κορυφή ενός βουνού, λέει ο Σούλτζε, στο οποίο είναι δύσκολο να αναρριχηθούμε, με τους μυς πονεμένους, τα δάχτυλα φαγωμένα από το σκαρφάλωμα και με την προοπτική ν’ αντιμετωπίσουμε σε λίγο τους μεγαλύτερους κινδύνους και τις μεγαλύτερες δυσκολίες της καθόδου, τότε δεν πρόκειται για ευχαρίστηση, αλλά για την πιο μεγάλη χαρά που μπορεί να φανταστεί κανείς.

Μπορούμε να φτάσουμε στην ευχαρίστηση χωρίς να καταβάλουμε το τίμημα μιας τραχειάς και επίπονης εργασίας, αλλά όχι και στη χαρά, στην «υπέροχη θεία σπίθα». Η έλλειψη ανοχής στον κόπο, που δεν παύει ν’ αυξάνεται στις μέρες μας, μετατρέπει τις φυσιολογικές εξάρσεις και καταπτώσεις της ανθρώπινης ζωής σε μια τεχνητή πεδιάδα. Τα υπέροχα σκαμπανεβάσματα του βουνού και της κοιλάδας, γίνονται αδιόρατα μικρά εξογκωματάκια σ’ ένα στρωμένο δρόμο. Οι δυνατές φωτοσκιάσεις γίνονται ένα μονότονο γκρίζο χρώμα. Κοντολογίς, η τάση αυτή δημιουργεί θανάσιμη πλήξη.

Αυτή η εξασθένιση του συναισθήματος, με την θανάσιμη χαλαρότητα που ακολουθεί, φαίνεται να απειλεί, εντελώς ιδιαίτερα, όλες τις χαρές και τους πόνους, που γεννιούνται μαζί με την  κ ο ι ν ω ν ι κ ό τ η τ α   του ανθρώπου, στις οποιεσδήποτε σχέσεις μας, στους δεσμούς μας με το σύντροφο του γάμου, με τα παιδιά μας, τους γονείς, τους φίλους και τους γνωστούς…

Σε σύγκριση με τις καταστροφές που γίνονται στην αυθεντική ανθρώπινη αξιοπρέπεια, από την υπερβολική έλλειψη ανεκτικότητας στον πόνο, οι συνέπειες της εξίσου ασυγκράτητης δίψας για συνεχή και απεριόριστη ευχαρίστηση, φαίνονται σχεδόν ακίνδυνες. Θα αισθανόταν κανείς τον πειρασμό να πει ότι, ο άνθρωπος του σύγχρονου πολιτισμού μας είναι πάρα πολύ «μπλαζέ»[1] για να αναπτύξει μια οποιαδήποτε σοβαρή διαστροφή.

Καθώς η εξοικείωση με τους ερεθισμούς γίνεται ολοένα και πιο μεγάλη και τείνει να εξαφανίσει προοδευτικά την ικανότητα να δοκιμάζουμε την ευχαρίστηση, δεν είναι καθόλου εκπληκτικό να συναντάμε όλο και περισσότερα «μπλαζέ» άτομα που αναζητούν διαρκώς καινούργια ερεθίσματα. Η αγάπη αυτή του νεωτερισμού – η «νεοφιλία»[2] αφορά όλες σχεδόν τις σχέσεις με τον εξωτερικό κόσμο, για τις οποίες είναι ικανός ο άνθρωπος. Για όσους έχουν προσβληθεί από την «πολιτιστική» αυτή ασθένεια, ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα κοστούμι, ένα αυτοκίνητο, χάνουν εντελώς το γούστο τους, αφού χρησιμοποιηθούν για ένα μικρό διάστημα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το αγαπημένο πρόσωπο, το φίλο ή ακόμα και την πατρική γη…

Εκείνο που λείπει προφανώς, είναι το «φυσικό εμπόδιο» που, η υπερνίκηση του θα ατσάλωνε το άτομο, κάνοντας το να δέχεται μια επίπονη προσπάθεια σαν προϋπόθεση για τη χαρά της επιτυχίας. Η μεγάλη δυσκολία βρίσκεται στο ότι, το εμπόδιο αυτό πρέπει να είναι φυσιολογικό δεδομένο. Το να υπερνικούμε δυσκολίες που έχουν εφευρεθεί σκόπιμα, δεν μας παρέχει βαθύτερη ικανοποίηση….

Δεν μας λείπουν τα εμπόδια που χρειάζεται να υπερπηδηθούν, αν η ανθρωπότητα θέλει ν’ αποφύγει την απώλεια της. Τα εμπόδια αυτά είναι αρκετά δύσκολο να υπερπηδηθούν. Έτσι, προσφέρουν στον καθένα μας την βαθύτατη ικανοποίηση ότι θριάμβευσε πάνω σε μια δοκιμασία.

Θα ήταν αληθινά αποδοτικό έργο, αν κάναμε τους νέους να συνειδητοποιήσουν αυτά τα εμπόδια.

[1] Μπλαζέ: ο απαθής στη χαρά ή στο θαυμασμό, από κορεσμό.

[2] Νεοφιλία: Όρος που καλύπτει θεωρητικά τη σύγχρονη τάση της συνεχούς προσφυγής σε οτιδήποτε νέο-καινοφανές.

*Ο Κόντραντ Λόρεντς είναι ο διάσημος ιδρυτής του κλάδου της συγκριτικής συμπεριφοράς και τιμημένος με το βραβείο Νόμπελ 1973.