από Γεώργιο Ζώκαρη*

δημοσιεύθηκε στο Αττικό Βήμα

 

 

«Και μη έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί,

να κατρακυλήσεις πιο βαθιά στου κακού τη σκάλα,

για τ’ ανέβασμα ξανά που σε καλεί,

θα αισθανθείς να σου φυτρώνουν,

ω χαρά τα φτερά, τα φτερά τα πρώτινά σου τα μεγάλα.»

Κ. Παλαμάς

 

Σε ιλιγγιώδες βύθισμα βρίσκεται ο Ελληνισμός από το 2008. Και κορυφώνεται με του χρόνου το πέρασμα ο ίλιγγος μεταλλασσόμενος σε παραζάλη και παραλήρημα που εύλογα, βυθίζει σε απόγνωση ηγεσία και λαό. Μόνο  οι αναίσθητοι και οι απροβλημάτιστοι δε βλέπουν την εθνική κατάρρευση και τον Καιάδα που σκοτεινός και απειλητικός ανοίγεται μπροστά μας. Στην καθοδική πορεία και το τυραννικό αδιέξοδο, με τα διαρκώς διογκούμενα κοινωνικοπολιτικά, οικονομικά και θεσμικά σύνδρομα που ανελέητα μας δέρνουν και μας σέρνουν, χρειαζόμαστε, για να σταματήσει το κατρακύλισμα, ηθικοπνευματική θωράκιση και φωτισμένη ηγεσία, με σθένος και παρρησία. Ποτέ στο παρελθόν η κοινωνική παθογένεια δεν ήταν τόσο βαθειά και μόνιμη. Άπειρα τα παραπατήματα και τα ανομήματα στον πολιτικό χώρο. Αντιπαραθέσεις κομματικές ασταμάτητες, όταν το έθνος, για να ισορροπήσει, για να μη ναυαγήσει, χρειάζεται ομοψυχία και πνεύμα συναινετικό. Ο ορίζοντας θα παραμένει σκοτεινός όσο η δογματική κομματική εμμονή θα απωθεί το εθνικό χρέος. Όταν προτάσσεται του έθνους το κόμμα, η θύελλα και ο αφανισμός είναι φυσικά επακόλουθα. Αυτή η νοσηρότητα που ταλανίζει τη χώρα είναι απότοκο της ψυχικής κενότητας. Η καλύτερη επένδυση είναι η αξιακή. Εμείς ποδοπατήσαμε τις αξίες. Δε γίνονται επενδύσεις σε χώρες, όπου το ποτάμι του κομματικού φανατισμού και του ατομισμού απειλεί με αφανισμό κάθε επένδυση. Κάποτε πρέπει ηγεσία και λαός, ύστερα από μια αντικειμενική αυτοκριτική να επωμισθούν τις ευθύνες τους και ν’ αλλάξουν πορεία. Όσες φορές το έθνος προχώρησε ανοδικά είχε ηγεσία με πνεύμα διορατικό και δημιουργικό πάθος, με ηθικοπνευματική θωράκιση και οικουμενική σκέψη, με αλτρουισμό και δυναμισμό. Τέτοιους ηγέτες ακολουθούν οι λαοί που μεταστοιχειώνουν, με του λαού τη δύναμη, τα οράματα σε επιτεύγματα, τα όνειρα σε θαύματα. Η πολιτική που είναι επιστήμη του εφικτού ποτέ δεν ήταν τόσο απαξιωμένη όσο σήμερα.

Μέσα στο κοπάδι υπάρχουν και μαύρα πρόβατα. Σημειώθηκαν πολλάκις και στο παρελθόν αντικοινωνικά ολισθήματα και παραπατήματα, αλλά πάντα υπήρχε βαθύ αίσθημα ευθύνης και στην ηγεσία και στο λαό. Για να υλοποιούνται τα μηνύματα των καιρών και να αξιοποιείται η δύναμη της επιστήμης και της τεχνολογίας, απαιτείται βαθειά και υπεύθυνη περισυλλογή του λαού στην εκλογή της ηγεσίας του. Εμάς συνήθως μας τυφλώνει ο φανατισμός. Προτάσσουμε όχι το έθνος αλλά το κόμμα. Ο κομματικός φανατισμός τυφλώνει. Η δογματική εμμονή στο κόμμα με ακραίες θέσεις φανατίζει. Ο φανατισμός θολώνει τη σκέψη με αποτέλεσμα να εκλέγονται πρόσωπα αυτοπροβαλλόμενα με έκδηλη τη φαιδρότητα, την ιταμότητα  και την ακατάσχετη αδολεσχία. Υποτιμάται ο λαός, όταν στο κοινοβούλιο, που είναι ο ναός της δημοκρατίας, εισέρχονται άνθρωποι αδαείς, αδιάλλακτοι και αδολεσχούντες.

Για να επανακτήσει ο λαός «τα φτερά τα πρώτινά του τα μεγάλα» ώστε να βγει από τη ζοφερή κατρακύλα και να περάσει σε μια φωτεινή εθνική τροχιά, οφείλει όχι μόνο να έχει επαρκή παιδεία αλλά και βαθύ αίσθημα ευθύνης. Ο ηγέτης καταξιώνεται όταν έχει διορατικότητα, ηρωισμό, πνεύμα προσφοράς και θυσίας. Στην πολιτική και οι άμεσες ενέργειες συχνά τελεσφορούν μακροπρόθεσμα. Κυρίαρχη σκέψη του μεγάλου ηγέτη είναι πάντα το μέλλον του λαού.

Η πολιτική δεν είναι μίμηση. Δεν αντιγράφεται, γιατί αλλάζουν τα δεδομένα. Ωστόσο ο πολιτικός έχει χρέος να μελετά τη ζωή κάποιων ιδανικών προτύπων. Τέτοιες μορφές με οικουμενική ακτινοβολία υπάρχουν. Ο Περικλής, όντας πρόεδρος της Δημοκρατίας του ενός ανδρός, που εδόξασε όμως την Αθηνά, ατάραχος και αδιαμαρτύρητα δέχθηκε την παραπομπή της Ασπασίας σε δίκη, σεβόμενος την αυτοτέλεια και την αυτοδυναμία της Δικαιοσύνης. Ο Θεμιστοκλής, μεγάλη και ηρωική μορφή, παρά τα ατοπήματα που τον βαραίνουν, δέχεται, προκειμένου να συντριβεί ο ιμπεριαλισμός της Ανατολής και να δοξαστεί η Ελλάδα, το πάταγμα του Ευρυβιάδη, αρκεί να ακούσει τη ρεαλιστική και φαεινή πρόταση του » Πάταξον μεν, άκουσον δε». Και το θαύμα έγινε. Οι μεγάλοι ηγέτες αφήνουν πίσω το ΕΓΩ κινούμενοι και δρώντες στην κοινωνία του ΕΜΕΙΣ. Αυτό απαιτείται, για να καταστεί η κοινωνία μας δημοκρατική με απόλυτη συνοχή και ανθρωπιστική δομή. Αυτό είναι και παλλαϊκό αίτημα, όταν βέβαια η εκλογή της ηγεσίας γίνεται αξιοκρατικά με περίσκεψη και προβληματισμό, χωρίς αρρωστημένο κομματισμό. Ο μεγάλος ηγέτης εισέρχεται πλούσιος στην πολιτική και εξέρχεται φτωχός. Αγωνίζεται, θυσιάζεται, δίνεται χωρίς ανταποδόσεις.

Οι Έλληνες αγάπησαν, ιδιαίτερα οι Αθηναίοι, τον αυτόχθονα συμπολίτη και ηγέτη τους τον Ηρώδη τον Αττικό, όχι μόνο γιατί διέθεσε για δημόσια έργα τα πλούτη του αλλά και γιατί εργάστηκε, για να επανακτήσει η Αθήνα, που είχε ερειπωθεί και ερημωθεί, το κάλλος και τη δόξα των κλασικών χρόνων. Δεν είναι μόνο ο καλλιτεχνικός διάκοσμος με την αισθητική τελειότητα ούτε η αναδόμηση της κατεστραμμένης αλλά φορτωμένης ιστορία πόλης, αλλά και το αποκορύφωμα της πνευματικής ζωής. «Βασιλιάς της σοφιστικής» ονομάστηκε, γιατί έδωσε στη ρητορική το παλαιό της μεγαλείο. Σώζονται μέχρι σήμερα τα έργα του. Το αρχαίο ωδείο στη νοτιοδυτική πλευρά της Ακρόπολης, όπου γίνονται μεγάλες συναυλίες και παίζονται αρχαίες τραγωδίες, είναι ένα από τα έργα του. Οι Αθηναίοι ακολουθούσαν πιστά τον Ηρώδη, Τα έργα του είχαν τη σφραγίδα της τελειότητας. Ο λόγος του ήταν θέσφατο. Η υπόδειξή του νόμος. Η λέξη λατρεία δεν εκφράζει το βάθος και το βάρος της αγάπης των Αθηναίων προς τον ηγέτη τους. Κάποτε απρόσμενα είχε έρθει, για να μιλήσει στους Αθηναίους ο Αλέξανδρος, σοφός σοφιστής από τη Σελεύκεια, αλλά βρέθηκε έκπληκτος μπροστά σε μία νεκρή πολιτεία, χωρίς ίχνος ζωής. Όλος ο λαός είχε ακολουθήσει τον ηγέτη του σε μια πολιτιστική εξόρμηση. Μόλις όμως μαθαίνει πως ο μεγάλος σοφιστής από τη Σελεύκεια είχε έρθει στην Αθήνα του στέλνει το ακόλουθο μήνυμα: «Έρχομαι με τους Έλληνες μαζί κι εγώ». Οι μεγάλοι ηγέτες γίνονται πάντα αντικείμενο λατρείας των λαών.

Για τη μεγάλη προσωπικότητα του σπουδαίου ηγέτη, του Ηρώδη του Αττικού, γράφει ο Καβάφης:

«Α…! του Ηρώδη του Αττικού

τι δόξα ειν’ αυτή

κατά που θέλει και κατά που κάμνει

οι Έλληνες πιστά τον ακολουθούν,

μήτε να κρίνουν ή να συζητούν,

μήτε να εκλέγουν πια

ν’ ακολουθούν μόνο.»

 

*Ο Γεώργιος Ζώκαρης είναι Φιλόλογος, Λυκειάρχης

 

05-04-2013

 

Πηγή: Αττικό Βήμα