από Χριστόφορο Ματιάτο
δημοσιεύθηκε στο www.attikovima.gr
Η αναζήτηση της λέξης «κλειδοβόλος», ακόμη και στα καλύτερα των λεξικών, μοιραία θα αποβεί μάταιη. Πρόκειται για αυτοσχέδιο νεολογισμό. Αναφέρεται σ’ αυτόν που ρίχνει κλειδιά. Κατ’ αναλογία με το δισκοβόλος, σφαιροβόλος, σφυροβόλος κ.τ.λ. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Ακαδημία πρόκειται, στο μέλλον, να την αναγνωρίσει ως καινούργιο απόκτημα της ελληνικής γλώσσας. Ο κλειδοκράτορας όμως υφίσταται. Κατά το αυτοκράτορας. Ως εκ τούτου, είναι σαφώς μεγαλοπρεπέστερος όρος από το «κλειδούχος» που προκαλεί ταπεινότερους συνειρμούς.
Λέγεται ότι πρόσφατα, στη διάρκεια κάποιας από τις διαδεχόμενες η μία την άλλη ως χάντρες κομπολογιού συναντήσεις με την παρεπιδημούσα τρόικα (που τείνει να γίνει ενδημούσα και με την ιατρική σημασία της λέξης), από ελληνικής πλευράς έγινε λόγος περί κλειδιών. Των κλειδιών της εξουσίας. Τα οποία κλειδιά της εξουσίας εισάγονται στις κλειδαρότρυπες των θυρών της εξουσίας, περιστρέφονται και οι πόρτες της εξουσίας ανοίγουν τρίζοντας, αν οι μεντεσέδες τους δεν είναι πρόσφατα λαδωμένοι. Αυτό επιτρέπει την είσοδο στον χώρο της εξουσίας, χώρο εξαιρετικά ενδιαφέροντα, όπως διαβεβαιώνουν όσοι τον επισκέφθηκαν και συνήθως δυσκολεύονται να τον εγκαταλείψουν, αλλά ακόμα και εκείνοι που έρριξαν μια ματιά από την κλειδαρότρυπα. Τα κλειδιά αυτά της εξουσίας, λοιπόν, επίσημα ελληνικά χείλη, χείλη ανωτάτου οφφικιαλίου απείλησαν τους τρεις της τρόικας ότι θα τα παραδώσουν στους αντιπάλους τους της αξιωματικής αντιπολίτευσης που θα ήθελαν πολύ να τα έχουν στην κλειδοθήκη τους. Και όλα αυτά με την ελπίδα πως οι συχνοί μας επισκέπτες θα γίνουν συμπαθέστεροι.
Είναι κάπως περίεργη η αντίληψη που θεωρεί ότι υφίσταται καθεστώς κυριότητας επί των κλειδιών της εξουσίας και επιτρέπει να γίνονται πάσσες με αυτά μεταξύ αρχόντων παρελθόντων, παρόντων και μελλόντων, παρερχομένων, παραμενόντων και επερχομένων. Τα κλειδιά της ειδικής αυτής κατηγορίας δεν δωρίζονται, δεν κληροδοτούνται, δεν βρίσκονται στον δρόμο για να μαζευτούν. Δεν προέρχονται εξ ουρανού ελέω Θεού, αλλά διατίθενται ελέω Λαού κάτω από ορισμένους όρους για ορισμένο χρόνο. Όποιος λοιπόν δυσκολεύεται στη χρήση τους, τον βαραίνουν, προτιμά να παίζει κλειδοκύμβαλο, τα επιστρέφει σ’ αυτούς που, καλώς ή κακώς του τα εμπιστεύτηκαν κάποτε, με κάποιες ελπίδες. Δεν μπορεί όμως να απαλλαγεί από αυτά, απλώς προωθώντας τα παραπέρα ανάλογα με τη διάθεση και το κέφι του. Αυτό λέγεται και λατινικά: «Delegata potestas delegari non potest», δίνοντάς του εξωτική γοητεία και κάποια πατίνα από τον χρόνο. Πέρα όμως άπ’ αυτό, διερωτάται κανείς αν η προοπτική, η χώρα αυτή να αποκτήσει μια κυβέρνηση που θα προκαλεί ακόμα λιγότερο ενθουσιασμό είναι κάτι που μπορεί να συγκινήσει, να πτοήσει, να μεταπείσει τους κυρίους της τρόικας. Είναι πιθανό να έχουν ήδη, εδώ και καιρό, εντάξει στους σχεδιασμούς τους το απειλούμενο ενδεχόμενο να βρεθούν τα κλειδιά σε άλλα χέρια, ίσως όμως και άλλα χειρότερα που εμείς δεν υποπτευόμαστε ακόμα. Το πρόβλημα μιας χειρότερης κυβέρνησης θα είναι βασικά δικό μας, εμάς θα αφορά. Αν το κράτος μας καταρρεύσει, εμείς θα βρεθούμε από κάτω και όλοι οι άλλοι σε απόσταση ασφαλείας να σχολιάζουν. Εκείνο που πραγματικά θα μπορούσε να εκπλήξει, να καταπλήξει, ακόμα και να πλήξει τους επισκέπτες μας και όχι μόνο, θα ήταν απλώς μια καλύτερη κυβέρνηση.
Πάντως, αν επικρατήσει η αντίληψη ότι τα κλειδιά της εξουσίας αποτελούν ιδιοκτησία των κλειδοκρατόρων, η Ελλάδα θα μπορούσε να επιλέξει ένα κολομβιανό μοντέλο. Η Κολομβία γνώρισε μία μακρότατη περίοδο ανωμαλιών και δυσκολιών. Άρχισε με τη δολοφονία ενός πολιτικού ηγέτη, ακολούθησε μια εξέγερση στην πρωτεύουσα, συνεχίστηκε με έναν εμφύλιο πόλεμο, προστέθηκε και μία δικτατορία. Από την πλούσια σε δυσάρεστες εμπειρίες αυτή φάση προέκυψε μια λύση. Τελικά, τα δύο κύρια πολιτικά κόμματα, συντηρητικοί και φιλελεύθεροι, αποφάσισαν και συμφώνησαν να εναλλάσσονται στο προεδρικό αξίωμα και να μοιράζονται τα υπουργεία των κυβερνήσεων, τις έδρες των νομοθετικών σωμάτων, τις ανώτατες κρατικές θέσεις και ό,τι άλλο σημαντικό και ενδιαφέρον, στα πλαίσια ενός Εθνικού Μετώπου. Η συμφωνία περιβλήθηκε συνταγματικό κύρος και προβλέφθηκε ότι θα διαρκούσε κάποια χρόνια. Δεν κράτησε βέβαια επ’ άπειρον. Σε χώρες, πάντως, όπου η νομή της εξουσίας αποτελεί για το πολιτικό σύστημα πολύ σπουδαιότερη απασχόληση από την άσκησή της, υπάρχουν περιθώρια για το κολομβιανό υπόδειγμα λειτουργίας του κράτους. Και η Ελλάδα είναι από τις κατ’ εξοχήν χώρες, όπου η νομή, κατανομή και διανομή της εξουσίας και η παραμονή με επιμονή σ’ αυτήν είναι η βασική κινητήρια δύναμη της πολιτικής ζωής.
Βεβαίως, αν θέλει κανείς να μείνει ακόμη στα κλειδιά, μπορεί να αναφερθεί και στο σύστημα του «διπλού κλειδιού», ενθυμίου του Ψυχρού Πολέμου, όταν οι Αμερικανοί παρακαλούσαν φίλες και σύμμαχες χώρες να φιλοξενήσουν πυραύλους ενδιαμέσου βεληνεκούς στο έδαφός τους. Η εξαπόλυσή τους μπορούσε να γίνει μόνο με τη χρήση δύο κλειδιών, εκείνου του Αμερικανού αξιωματικού και εκείνου του ιθαγενούς συναδέλφου του. Σύστημα διπλού ή μάλλον τριπλού κλειδιού, φαίνεται να έχει καθιερωθεί στην παρούσα φάση διακυβερνήσεως της χώρας με συνέπειες που θα ήσαν μοιραίες, αν μέσα στις αρμοδιότητές της ήταν η εξαπόλυση πυραύλων, αλλά και σε άλλους τομείς δεν φαίνεται πάντοτε να κάνει τα πράγματα εύκολα ή απλά. Πρέπει όμως να αναγνωριστεί ότι αξιώθηκε τουλάχιστον να διανείμει κλειδαρίθμους για φορολογική χρήση.
Πηγή: Αττικό Βήμα
Got something to say? Go for it!