από Ανδρέα Ανδριανόπουλο

δημοσιεύθηκε στο www.andrianopoulos.gr

 

Η τελευταία πενταετία σημαδεύτηκε με την μεγαλύτερη ουσιαστικά οικονομική και κοινωνική καταστροφή που χτύπησε την μεταπολεμική Ελλάδα. Αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός πως δεν έχει ξεσπάσει ακόμη κάποιος εμφύλιος σπαραγμός πάνω στην διαχωριστική γραμμή αυτών που εργάζονται και των ανέργων, όλα τα στοιχεία μιας συνολικής καταστροφής βρίσκονται εδώ. Άγρια οργή, στροφή σε εικονικές αρχαϊκές ημέρες δόξας και καταγγελία κάθε ξένου για συνενοχή στο ελληνικό αδιέξοδο, προφανής οικονομική κατάρρευση και βαθύτατος κλονισμός της αξιοπιστίας των θεσμών και της λειτουργίας της έννομης τάξης χαρακτηρίζει τις ημέρες μας. Και είναι κατά βάση προϊόν της τελευταίας πενταετίας. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι τι άλλαξε τα τελευταία αυτά πέντε χρόνια. Αλλά αν θα υπάρξουν μελλοντικές χρονιές που θα συντηρήσουν ένα βιώσιμο κοινωνικό σύνολο, θα διευκολύνουν την ανάταση της κοινωνίας και θα δώσουν τη  δυνατότητα στους πολίτες να χτίσουν ενωμένοι το μέλλον.

Όλα τα αρνητικά της εθνικής μας ταυτότητας ήρθαν ορμητικά τα τελευταία χρόνια στην επιφάνεια. Η ψευδεπίγραφη πίστη πως δεν φταίμε για τίποτε και πως όλα είναι προϊόν σκοτεινών σχεδίων των ξένων με συμμετοχή ντόπιων επίορκων που χρηματίστηκαν κι αποδείχθηκαν απόλυτα διεφθαρμένοι. Κλείνουμε ερμητικά τα μάτια και τα αυτιά σε στοιχεία που μας χτυπάνε στο κεφάλι και φωνάζουν για την πραγματικότητα. Η υπερδιόγκωση του δημόσιου τομέα μέσα στον οποίο έχουν βολευτεί χιλιάδες συμπολίτες μας  για να λύσουν το αδιέξοδο της προσωπικής τους ζωής κάνουμε πως δεν υπάρχει. Το γεγονός πως στην χώρα στήθηκε με τεχνητά μέσα (κρατικές άδειες και εύνοιες) μια υποτιθέμενη αστική τάξη (κομμωτήρια, εστιατόρια, φορτηγά ΔΧ, επαρχιακά λεωφορεία, εντευκτήρια, ταξί και δεκάδες άλλες κατηγορίες) κάνει σχεδόν αδύνατη την απελευθέρωση επαγγελμάτων και την αναζωογόνηση της αγοράς. Η ίδρυση φορέων για επίλυση προβλημάτων που εξακολουθούν όμως (οι φορείς) να υπάρχουν ενώ τα προβλήματα εξέλιπαν (πχ Οργανισμός για Αποξήρανση πρώην Λίμνης Κωπαΐδας). Ένας δημόσιος τομέας που μοναδικό λόγο ύπαρξης έχει την δημιουργία προσκομμάτων στην καθημερινή ζωή των πολιτών γιατί διαφορετικά δεν θα είχε λόγο ύπαρξης.

Όλα αυτά, και τόσα άλλα, συνέθεταν αυτό που λέγεται σύγχρονη Ελλάδα. Κατά καιρούς στο παρελθόν η κρίση ερχόταν στην επιφάνεια. Και η χώρα χρεοκοπούσε. Ελάχιστα όμως διορθώνονταν. Γιατί και πάλι καινούργια δανεικά έβαζαν τα προβλήματα κάτω από το τραπέζι. Τώρα είναι ίσως η πρώτη φορά που σκληρές αλήθειες άρχισαν να συνειδητοποιούνται από τους περισσότερους. Και κάποιες δειλές πρωτοβουλίες άρχισαν να παίρνονται ώστε κάποια πράγματα να αλλάξουν. Όμως και πάλι στους κρίσιμους τομείς (λ.χ μέγεθος του δημόσιου τομέα) ελάχιστα γίνονται. Στόχος είναι με τα τεράστια ποσά που εισπράξαμε να μπορέσουμε κουτσά στραβά να ορθοποδήσουμε ώστε να μπορέσουμε «να βγούμε ξανά στις αγορές». Για να «μπορέσουμε ξανά» να αρχίσουμε να δανειζόμαστε. Και – είμαι σίγουρος γι’ αυτό – κάποιοι να επανέλθουν στις τακτικές που είχαν συνηθίσει. Ώστε και πάλι, μετά από κάποιες δεκαετίες, να βρεθούμε ξανά μπροστά σε κάποια νέα χρεοκοπία. Όπου και πάλι υπεύθυνοι θα είναι οι ξένοι. Που μας κορόιδεψαν και μας υποχρέωσαν να δανειζόμαστε. Για να περνάμε καλά…

θα γίνουν τα πράγματα ακριβώς έτσι; Δεν γνωρίζω, αλλά το φοβάμαι. Αν δεν δω να μεταβάλλεται συθέμελα το διαβρωμένο σύστημα διεκπεραίωσης της πολιτικής στη χώρα, με αρχή την οριστική κατάργηση του πελατειακού συστήματος του σταυρού προτίμησης, δεν θα πεισθώ πως υπάρχει η αποφασιστικότητα κάτι να αλλάξει. Ενδιάμεσα θα κινδυνεύσει και η δημοκρατία. Με την εμμονή σε φορολογικές επιδρομές που φθάνουν μέχρι και την ουσιαστική δήμευση της ατομικής περιουσίας, ο κόσμος δεν θα έχει λόγο να επιθυμεί την επιβίωση της. Εμφύλιος επίσης μεταξύ αυτών που έχουν δουλειά και εκείνων που δεν έχουν καθόλου εισοδήματα είναι πολύ επικίνδυνο να ξεσπάσει. Κοντολογίς το άμεσο μέλλον δεν είναι ρόδινο. Εκτός αν δείξουμε πως κάτι έχουμε καταλάβει κι αρχίσουμε να προσγειωνόμαστε στα μονοπάτια της λογικής. Συμβιβαζόμενοι με το DNA της μετριοπάθειας. Κι αφήνοντας πίσω τις φαντασιώσεις περί μοναδικών ηρώων και «γεννημένων νικητών».

 

Πηγή: Ανδρέας Ανδριανόπουλος