από Θανάση Μαυρίδη

δημοσιεύθηκε στο www.capital.gr

 

Η  «προστασία» των εργαζομένων από τις ομαδικές απολύσεις ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος όλων των υπουργών εργασίας των τελευταίων δεκαετιών. Η πολιτική εξουσία δεν τόλμησε να αμφισβητήσει την εκπεφρασμένη  θέση των συνδικάτων, προκαλώντας έτσι ζημιά στην Οικονομία, αλλά και σε αυτή την υπόθεση της καταπολέμησης της ανεργίας, για την οποία όλοι δήθεν κόπτονται…

Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν είναι σε κανέναν ευχάριστο να αναγκάζεται να απολύσει ένα μεγάλο μέρος του προσωπικού του. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για βιομηχανικούς εργάτες, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι εξειδικευμένοι. Και θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η τεχνογνωσία των ανθρώπων που εργάζονται στην ελληνική βιομηχανία  (στην όποια ελληνική βιομηχανία έχει απομείνει) είναι υψηλή.  Κατά συνέπεια, όταν μία επιχείρηση αναγκάζεται να προβεί σε απολύσεις, είναι σαν να πυρπολεί τις επενδύσεις που έκανε τα προηγούμενα χρόνια  στο ανθρώπινο δυναμικό της.

Ωστόσο, η έλλειψη ευκαμψίας στην αγορά εργασίας αποτρέπει πολλούς επενδυτές να προχωρήσουν σε επενδύσεις παραγωγικού χαρακτήρα.  Κι αυτό διότι σε περίπτωση που η επένδυση αποτύχει ο  επιχειρηματίας δεν έχει καν την δυνατότητα να κλείσει την επιχείρησή του και να σταματήσει έτσι την ζημιά! Θα πρέπει να ζητήσει την ειδική άδεια του υπουργείου Εργασίας για να προχωρήσει σε ομαδικές απολύσεις, η οποία και στην συντριπτική πλειοψηφία των σχετικών αιτήσεων δεν δίδεται. Ο υπουργός προτιμά να τα έχει καλά με την εκλογική του πελατεία ή με τα συνδικάτα από το να εμπλακεί σε μία διαδικασία που δεν θα του φέρει άμεσο και… χειροπιαστό κέρδος, όπως είναι οι ψήφοι!

Για να καταλάβουμε καλύτερα τι συμβαίνει: Ας πούμε ότι υπάρχει μία βιομηχανία που απασχολεί 400 εργαζόμενους και η οποία πρέπει να διώξει τους 200 εργαζόμενους  για να μπορέσει να εξασφαλίσει την εργασία στους υπόλοιπους.  Η πράξη, αυτή, λοιπόν, δεν μπορεί να γίνει άμεσα. Η εταιρεία μπορεί να διώχνει κάθε μήνα μέχρι  30 εργαζόμενους  και όσο μειώνεται το προσωπικό ο αριθμός αυτός μειώνεται αντίστοιχα. Για να φτάσει στον απαιτούμενο αριθμό θα πρέπει να περάσουν αρκετοί μήνες! Στο διάστημα αυτό ενδέχεται η πρόσθετη ζημία που θα προκληθεί να θέσει σε κίνδυνο και τις υπόλοιπες 200 θέσεις εργασίας. Αλλά αυτό ελάχιστα ενδιαφέρει.

Αν όμως η εταιρεία μπορούσε να προβεί άμεσα στις 200 απολύσεις, υπήρχε η πιθανότητα να προχωρήσει  στην συνέχεια σε σταδιακή επαναπρόσληψη του προσωπικού της και στον βαθμό που η ανάκαμψη των εργασιών της θα το επέτρεπε. Τα οφέλη θα ήταν προφανή για όλους.

Η πολιτική της δήθεν προστασίας των εργαζομένων έχει τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που επιδιώκει.  Το να μπλέξει κανείς με το ελληνικό δημόσιο, επειδή έκανε μία λάθος επένδυση και να κινδυνεύει να χάσει πολλαπλάσια χρήματα από εκείνα που θα ήταν αποδεκτό να χάσει και με βάση το μέγεθος της αποτυχημένης του κίνησης, λειτουργεί, τελικά, αποτρεπτικά για νέες επενδύσεις. Αλλά και ήδη υφιστάμενες επιχειρήσεις οδηγούνται σε περιπέτειες, επειδή δεν μπορούν να ελέγξουν το κόστος τους στο κρίσιμο για την λειτουργία τους χρονικό σημείο.  Αν με αυτό τον τρόπο  μειωνότανε η ανεργία, θα μπορούσαμε να το συζητήσουμε. Αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το αντίθετο! Μία προσωρινή κατάσταση ανεργίας μετατρέπεται με μαθηματική ακρίβεια σε μόνιμη και δίχως να υπάρχει πλέον ελπίδα ανάκτησης του χαμένου εδάφους.

Αρκετοί επιχειρηματίες, κυρίως μικρού μεγέθους, εκμεταλλεύονται την κρίση και με πρόσχημα την ανελαστικότητα στην αγορά εργασίας ενθαρρύνουν την μαύρη εργασία ή μετατρέπουν τους εργαζόμενους σε… εργολάβους με την γνωστή μέθοδο των μπλοκ παροχής υπηρεσιών.  Εδώ θα μπορούσε το κράτος να είναι ιδιαίτερα αυστηρό και να μην επιστρέψει τον σύγχρονο εργασιακό μεσαίωνα. Αντί γι΄ αυτό, κλείνει τα μάτια σε αυτές τις περιπτώσεις και κάνει το «σκληρό» στις οργανωμένες επιχειρήσεις και κυρίως με το θέμα των ομαδικών απολύσεων.

Μία κοινωνία δεν λειτουργεί δίχως κανόνες και ρυθμίσεις.  Η αγορά εργασίας πρέπει να προστατεύει τους ανθρώπους της εργασίας και να τους εξασφαλίζει ένα ιδανικό εργασιακό περιβάλλον. Να αποτρέπει τις καταχρηστικές πράξεις της εργοδοσίας. Όχι όμως να καταδυναστεύει τις επιχειρήσεις με τον υπερπροστατευτισμό.

Η ελαστικότητα στις σχέσεις εργασίας είναι ένα πραγματικό θέμα μεταρρύθμισης.  Στο μεταξύ αναζητούνται οι άνθρωποι που θα το φέρουν σε πέρας και κυρίως θα δεχτούν να πάρουν το μεγάλο πολιτικό κόστος που συνεπάγεται μία τέτοια επιλογή.

thanasis.mavridis@capital.gr

Πηγή: Capital