από Αθανάσιο Παπανδρόπουλο
δημοσιεύθηκε στο www.europeanbusiness.gr
Αν η χώρα δεν απαλλαγεί από την νοοτροπία του «λάθρα βιώσας με δανεικά κι αγύριστα», ο βυθός θα είναι ο ασφαλέστερος προορισμός της
Μέσα από καταιγισμό ύβρεων, ξορκισμών και λοιπών «προοδευτικών» ελληνικών επιθέτων, πρωτοχρησιμοποίησε στην Ελλάδα τον όρο ολλανδική ασθένεια ο αριστερών αντιλήψεων καθηγητής Γιάννης Σπράος, φίλος και σύμβουλος το 1996 του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Ο γνωστός καθηγητής είχε χρησιμοποιήσει την έκφραση αυτή για να καταδείξει κραυγαλέες στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας, τις οποίες ο τότε πρωθυπουργός πίστευε ότι θα μπορούσε να καταπολεμήσει και να διορθώσει με μέτρα που ο ίδιος αποκαλούσε «εκσυγχρονιστικά». Βέβαια, ως είθισται στην ελληνική πραγματικότητα, σχεδόν κανένα από τα μέτρα αυτά δεν έγινε πράξη, ο δε καθηγητής Γιάννης Σπράος παρεκλήθη από τον φίλο του και πρωθυπουργό να πάει στην ευχή του Θεού.
Αυτός είναι στην Ελλάδα ο δρόμος όλων αυτών που οραματίζονται μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμούς. Σε ακίνητες και παρασιτικές κοινωνίες, παρόμοιες πρωτοβουλίες είναι αδιανόητες και άρα εκ των προτέρων καταδικασμένες.
Τον τελευταίο καιρό, αυτόν τον όρο της ολλανδικής ασθένειας τον χρησιμοποίησαν οι Χρήστος και Δημήτρης Α. Ιωάννου για να καταδείξουν ότι η χώρα δεν είναι τόσο θύμα ακραίας λιτότητας όσο δριμείας ακινησίας. Ακινησία πνευματική και παραγωγική, που καθιστά την χώρα παγκόσμιο οικονομικό και κοινωνικό παράσιτο, χωρίς κανείς να ντρέπεται γι αυτό!
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, πρέπει να πούμε ότι η περίφημη πλέον ολλανδική ασθένεια αναφέρεται στην συρρίκνωση των παραγωγικών μεταποιητικών δυνατοτήτων μιας οικονομίας για ανταγωνιστικά διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα λόγω της αυξημένης εκμετάλλευσης φυσικών πόρων (στην ολλανδική περίπτωση ήταν η ανακάλυψη εκμεταλλεύσιμων πόρων φυσικού αερίου στην Βόρεια Θάλασσα). Στην ελληνική περίπτωση, όμως, η ολλανδική ασθένεια υπήρξε δριμύτερη, καθώς δεν ανακαλύφθηκαν εδώ εκμεταλλεύσιμοι φυσικοί πόροι. Απλά, τα προνόμια της Ελλάδας να είναι μέλος της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης κατά την διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, λειτούργησε εν τέλει ως μηχανισμός δριμείας ολλανδικής ασθένειας στην ελληνική οικονομία.
Πιο αναλυτικά, με την ένταξή της στην ευρωζώνη και στην οικονομική και νομισματική ένωση, η χώρα μας, αντί να επωφεληθεί από τα χαμηλά επιτόκια και να προχωρήσει σε ριζική αναδιάρθρωση του παραγωγικού της ιστού, προσέφυγε στον άκριτο δανεισμό και την χωρίς προηγούμενο υπερκατανάλωση. Αντί να εξοντωθεί η γραφειοκρατική Λερναία Ύδρα και η καταστροφική της επίπτωση στην ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα, από το 2002 ως το 2009 προσελήφθησαν στον δημόσιο μινώταυρο 850.000 δημόσιοι υπάλληλοι, από τους οποίους οι 82.000 με πλαστά στοιχεία και πιστοποιητικά. Έτσι, από Λερναία Ύδρα, η εγχώρια γραφειοκρατία εξελίχθηκε σε βαρειάς μορφής θανατηφόρο πανώλη, που σίγουρα θα έδινε εναύσματα για γραφή σε έναν νέο Αλμπέρ Καμύ.
Σήμερα, λοιπόν, αυτοί που αναμένουν προοπτικές ανάπτυξης στην χώρα είναι βαθειά νυχτωμένοι. Διότι, όπως επισημαίνει και ο οικονομολόγος Χρήστος Α. Ιωάννου, δεν υπάρχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για μια τέτοια προοπτική. Δυστυχώς, υπογραμμίζει, ενώ η ελληνική οικονομία συμπληρώνει το έκτο έτος της διαρθρωτικής κατάρρευσής της, με συρρίκνωση του ΑΕΠ πλέον του 25% κα ανεργία 27%-28%, υπάρχει ακόμα μία σχολή «σκέψης» (ή πλάνης, αυταπάτης, πλαναισθησίας και ιδεοληψίας;) σύμφωνα με την οποία έως το 2008-2009 η ελληνική οικονομία πήγαινε σχεδόν καλά –διότι άλλωστε «κανείς δεν είναι τέλειος»– υπήρχε «ανάπτυξη», κλπ., αλλά μετά το 2010 ήλθε η λιτότητα και η κρίση λόγω είτε διεθνούς συνωμοσίας, είτε λαθών και ανεπαρκειών πολιτικής, είτε ιδεολογικών επιλογών.
Είναι η ίδια σχολή «σκέψης» που έβλεπε στην Ελλάδα της πρώτης δεκαετίας του ευρώ είτε μόνον μία «ισχυρή» ή μία «θωρακισμένη» οικονομία, είτε και μία αναπτυσσόμενη οικονομία, της οποίας όμως έπασχε η κοινωνική διανεμητική πλευρά της –αγνοώντας και στην μία και στην άλλη περίπτωση το θεμελιακό παραγωγικό πρόβλημα που είχε η οικονομία εξαρχής, δηλαδή ήδη από την δεκαετία του 1990, και παραβλέποντας την επιδείνωσή του έκτοτε.
Είναι η ίδια σχολή «σκέψης» που ανακάλυπτε ένα νέο πρότυπο οικονομικής «ανάπτυξης», το «μεσογειακό», που υποτίθεται βασιζόταν στην «κατανάλωση» και που υποτίθεται διαφοροποιούνταν από το «ασιατικό», το οποίο βασιζόταν στην «παραγωγή». Σχολή «σκέψης» η οποία παρέβλεπε στοιχειώδη θεμελιώδη της οικονομίας, βλέποντας βελτιώσεις ανταγωνιστικότητας όταν ελάμβαναν χώρα μεγάλες μειώσεις της εγχώριας παραγωγής, βλέποντας επιτυχή «Έτη Ανταγωνιστικότητας», διευρύνοντας περαιτέρω τον δημόσιο τομέα των «αγροφυλάκων» και των συμβασιούχων, κ.ο.κ.
Σχολή «σκέψης» που ζει και βασιλεύει, προσπαθώντας ακόμη και σήμερα να αποδώσει την ελληνική διαρθρωτική κατάρρευση που λαμβάνει χώρα από το 2008 και εντεύθεν σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η τρόϊκα των ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ (ξεχνώντας ότι και αυτοί οι ίδιοι αναπαρήγαγαν τα περί «ανάπτυξης», «σύγκλισης», κλπ) ή σε συγκυριακούς παράγοντες, όπως οι οικονομικές-πολιτικές επιλογές του 2008, του 2009, του 2010, του 2011, του 2012 –κατά το «διαλέγετε και παίρνετε», ανάλογα με τυχόν κομματικές, πολιτ(ευτ)ικές, αρχηγικές, «προτιμήσεις» και ανάλογα με την επιλογή χρόνου «δικαίωσης».
Αυτή η σχολή «σκέψης» παραβλέπει ή αγνοεί τα θεμελιώδη διαρθρωτικά προβλήματα που η ίδια συσσώρευσε επί σειρά ετών και δεκαετιών, με αποτέλεσμα να καταστήσει την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία «αδύναμο κρίκο» της ευρωζώνης. Πριν από την κρίση του 2008-2009, η ελληνική οικονομία δεν ήταν μία υγιής και «ισχυρή» ή «θωρακισμένη» οικονομία. Ήταν μία ασθενής οικονομία στα πρόθυρα «διαρθρωτικής κατάρρευσης», η οποία επήλθε με ηχηρό τρόπο –διεθνώς και εγχωρίως.
Αν λοιπόν, άμεσα και με τρόπο ριζικό, δεν καταπολεμηθεί στην πηγή της η ελληνικού τύπου ολλανδική ασθένεια, πολλά, μα πάρα πολλά, θα είναι τα χρόνια που θα περιμένουν οι Νεοέλληνες να δουν καλύτερες μέρες. Και το χειρότερο είναι ότι λίγοι το καταλαβαίνουν αυτό. Γιατί, όπως έχουμε ήδη γράψει, βαρύτατης μορφής είναι και η ιδεολογική ασθένεια στην χώρα μας…
Πηγή: European Business Review
Got something to say? Go for it!