Γράφει ο Παναγιώτης Μποκοβός

Δημοσιεύθηκε στο Αττικό Βήμα στις 20 Σεπτεμβρίου 2013

 

Η ποιότητα ζωής στη χώρα μας, είναι υποβαθμισμένη, όχι μόνο σήμερα λόγω της οικονομικής κρίσης που τη μαστίζει, αλλά και πριν από τη χρεωκοπία. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν νησίδες ποιοτικού πολιτισμού, π.χ. σε προάστια μεγάλων πόλεων, ή σε γνωστά νησιά, όμως το σύνολο των μεγάλων αστικών κέντρων και της περιφέρειας, υπολείπονται ως προς αυτό το θέμα, σε σχέση με τις βόρειες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται βέβαια, για πρόβλημα πολιτισμού, νοοτροπίας, αλλά και συμπεριφοράς των πολιτών.

Η διαμόρφωση της ποιότητας της ζωής, εξαρτάται στον τόπο μας από τρεις βασικούς παράγοντες: από την κυβέρνηση, τις δημοτικές αρχές και τους πολίτες. Η εκάστοτε κυβέρνηση, εξακολουθεί να ηγεμονεύει την τοπική αυτοδιοίκηση, όχι μόνο με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο, αλλά κυρίως λόγω της οικονομικής εξάρτησης των δήμων από την κεντρική πολιτική εξουσία. Αν οι δήμοι δεν αποκτήσουν ίδιους πόρους και πραγματική οικονομική αυτοτέλεια και ανεξαρτησία, δεν θα αποβάλουν ποτέ τον θανάσιμο εναγκαλισμό της κυβέρνησης, ο οποίος δεν είναι αμιγώς οικονομικός, αλλά και πολιτικός-κομματικός. Έτσι, οι τοπικοί άρχοντες, δεν αφήνονται ελεύθεροι να δράσουν κατά το δοκούν και λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα της πόλης τους, αλλά χειραγωγούνται από την κυβέρνηση, τους τοπικούς βουλευτές και τους μηχανισμούς των κομμάτων, που κάθε ενέργεια και κίνησή τους καθοδηγείται από το λεγόμενο και θεοποιηθέν τις τελευταίες δεκαετίες, πολιτικό κόστος. Αλλά το πολιτικό κόστος για μία κυβέρνηση, δεν μπορεί να αφορά στο σύνολο του μία μεγάλη ή μικρή μονάδα της τοπικής αυτοδιοίκησης, που γι’ αυτή μπορεί να είναι και αδιάφορο.

Ο δεύτερος παράγοντας, είναι η ίδια η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ο δήμαρχος και το δημοτικό συμβούλιο, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αρχηγοί των άλλων συνδυασμών της αντιπολίτευσης. Όπως και στην κυβέρνηση, έτσι και στα πλαίσια ενός δήμου, η παραγωγικότητα και η αποδοτικότητα του συλλογικού οργάνου, εξαρτάται από τα πρόσωπα που το απαρτίζουν, ουσιαστικά από τις ικανότητες, τα προσόντα και τις δεξιότητές τους. Από αυτή την άποψη, κανείς δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένος και επομένως δεν μπορεί να περιμένει ένα αξιόλογο και ποιοτικό έργο, από τους τοπικούς άρχοντες. Το χειρότερο είναι, ότι οι εκλεγμένοι στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης είναι εμποτισμένοι με τον περιρρέοντα κομματισμό, προέρχονται από τους κομματικούς μηχανισμούς και αποβλέπουν σε εκλογή στις βουλευτικές εκλογές και γι’ αυτό ακολουθούν την πολιτική του κόμματος, στο οποίο ανήκουν και μιμούνται υπουργούς και βουλευτές, ως προς την προσωπική συμπεριφορά.

Οι δήμαρχοι, που ασκούν την εξουσία στους δήμους, είναι πολιτικοποιημένοι και κομματικοποιημένοι και γι’ αυτό δεν μπορούν να εγκαταλείψουν την πεπατημένη, π.χ. δεν τολμούν να αναθέσουν την αποκομιδή των σκουπιδιών, σε ιδιωτικές εταιρείες, με χαμηλότερο κόστος και καλύτερο αποτέλεσμα. Εμμένουν στην πρόσληψη από τον δήμο συμβασιούχων εργατών καθαριότητας -μερικούς εκ των οποίων τοποθετούν αμέσως μετά την πρόσληψή τους σε διοικητικές θέσεις- και έτσι καθίστανται όμηροι των ποικίλων εκβιασμών των συνδικαλιστών. Υπόκεινται σε ιδεολογικές αγκυλώσεις και γι’ αυτό δεν διώκουν τους πλανόδιους μικροπωλητές, που είναι παράνομοι και συνήθως λαθρομετανάστες και που συμβάλλουν τα μέγιστα στην ποιοτική υποβάθμιση του κέντρου των μεγάλων πόλεων. Για λόγους ιδεολογικούς, αλλά και πολιτικού κόστους, δεν κυνηγούν εκείνους που με κακόγουστα γκράφφιτι, μουντζούρες και ανόητες λέξεις και φράσεις, ρυπαίνουν τοίχους, αγάλματα και μνημεία, υποβιβάζοντας τον πολιτισμό και τις αισθητικές ικανότητές μας. Πέρα από τα παραπάνω, οι δημοτικοί άρχοντες κατάντησαν τους δήμους άντρα διαφθοράς, όπως αποδεικνύουν οι συνεχείς δικαστικές διώξεις, που σχεδόν καθημερινά αναγράφονται στις εφημερίδες. Με όλες αυτές τις εξαιρετικές επιδόσεις, προφανώς δεν μένει χρόνος στους τοπικούς άρχοντες να απασχοληθούν με την ποιότητα ζωής των δημοτών και την καλυτέρευσή της. (Οφείλω να μνημονεύσω και ως παράδειγμα προς μίμηση, την εκστρατεία του δημάρχου Αθηναίων, εναντίον των γκράφφιτι και λοιπών βαρβαροτήτων, αλλά και να ζητήσω την ποινική δίωξη, όλων αυτών των ανόητων βαρβάρων, με μέριμνα των εισαγγελικών αρχών και της Ελληνικής Αστυνομίας).

Οι πολίτες είναι ο τρίτος παράγοντας, για τη διαμόρφωση κλίματος ποιότητας και πολιτισμού, στους δήμους. Αυτοί ψηφίζουν, άρα πρέπει να εκλέγουν τους κατάλληλους ανθρώπους και προφανώς όχι τους εκλεκτούς των κομμάτων, αλλά εκείνους που ενδιαφέρονται για τις τοπικές κοινωνίες και όχι για το βουλευτιλίκι. Περαιτέρω οφείλουν να παρεμβαίνουν, για την πραγματοποίηση έργων πολιτισμού και την επίλυση τοπικών προβλημάτων, με παραστάσεις στα δημοτικά συμβούλια, με άρθρα και επιστολές στον τοπικό Τύπο και στα λοιπά μέσα επικοινωνίας. Εξάλλου, η βοήθεια στην πόλη μπορεί να δοθεί από τους πολίτες, με την προστασία του περιβάλλοντος, την αποφυγή ρύπανσης και την καθαριότητα των κοινόχρηστων χώρων, παντού και πάντοτε.

Την ποιότητα ζωής, ιδίως στις πόλεις, διασφαλίζουν ορισμένες συμπεριφορές των παραπάνω τριών παραγόντων, που αφορούν: την μέριμνα και την προστασία του περιβάλλοντος, την καθαριότητα, την απαγόρευση και μηδενική ανοχή στο παράνομο πλανόδιο εμπόριο, την πάταξη της βαρβαρότητας των γκράφιτι, την απομάκρυνση των λαθρομεταναστών με ομαδικές απελάσεις και την απαγόρευση άσκοπων πορειών και διαδηλώσεων. Με την ποιότητα ζωής, συμβαδίζει και το πνευματικό περιβάλλον των αστικών κέντρων, που δημιουργούν βιβλιοθήκες, θέατρα, κέντρα πολιτισμού και εκδηλώσεων, αλλά και μνημεία, ανδριάντες, προτομές στους δρόμους και στα πάρκα. Όλα μαζί καλυτερεύουν τη ζωή των πολιτών -ακόμη και σε περιόδους οικονομικής κρίσης- και προσελκύουν τον εσωτερικό και εξωτερικό τουρισμό. Επιπροσθέτως προσφέρουν και μερικές ισχυρές δόσεις αισιοδοξίας, που τις έχουμε όλοι ανάγκη.

Πηγή: Αττικό Βήμα