Γράφει ο Ευθύμιος Πέτρου

Δημοσιεύθηκε στο ΑΤΤΙΚΟ ΒΗΜΑ

 

Κατάπληκτη η κοινή γνώμη παρακολουθεί τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών. Δεν είναι ασφαλώς ρόλος των μέσων ενημερώσεως να κρίνουν το έργο των σωμάτων ασφαλείας και της δικαιοσύνης, ιδιαιτέρως σε στιγμές κατά τις οποίες πρωτοφανή γεγονότα, έχουν προκαλέσει την παρέμβασή τους. Πρέπει όμως να δούμε τα πώς και τα γιατί που μας έχουν οδηγήσει στην σημερινή κατάσταση. Και να την δούμε εις βάθος, χωρίς να αρκεσθούμε σε εύκολους αφορισμούς σχετικά προς την κατάσταση.

Είναι βέβαιον ότι οι περίπου 425 χιλιάδες πολίτες που εψήφισαν την Χρυσή Αυγή, δεν το έπραξαν ούτε για να επιβραβεύσουν πρακτικές «εγκληματικής οργανώσεως», ούτε διότι ενστερνίζονται ακραίες ιδεολογίες.

Οι Ελληνες είναι απλώς απελπισμένοι. Απογοητευμένοι από την γενική κατάσταση. Εξαθλιωμένοι από την οικονομική κατάσταση. Και εξαιρετικά δύσπιστοι απέναντι στο πολιτικό σύστημα συνολικά. Και αυτά τα δεδομένα μπορεί να είναι πολύ κακοί σύμβουλοι είτε στην επιλογή της ψήφου, είτε σε οποιαδήποτε άλλη απόφαση. Και αυτή η δυσμενής κατάστασις εξακολουθεί να υφίσταται. Και δεν την έχει δημιουργήσει η Χρυσή Αυγή.

Παρ’ όλα ταύτα, ούτε σήμερα διατυπώνεται ουσιαστικός πολιτικός λόγος σχετικά με το πραγματικό πρόβλημα και οι ατέρμονες συζητήσεις των ΜΜΕ περιορίζονται σε μια μονομανία που αφορά αποκλειστικώς στα ζητήματα που διερευνώνται από την δικαιοσύνη.

Κάποια δειλά σχόλια υπήρξαν από την αριστερά για την οικονομική κατάσταση που οδήγησε κάποιους ψηφοφόρους στην Χρυσή Αυγή. Ούτε και αυτοί όμως θέλησαν να συνεχίσουν την συζήτηση αυτή, η οποία μοιραίως θα οδηγούσε σε μια ευρύτερη τοποθέτηση επί των προβλημάτων της κοινωνίας. Για τα περισσότερα από τα οποία   ευθύνονται κατά τρόπον άμεσο η αριστερά και οι αριστερές πολιτικές πρακτικές άλλων πολιτικών δυνάμεων.

Αυτές οι πρακτικές είναι, που εν τέλει άνοιξαν χώρο στην Χρυσή Αυγή και της έδωσαν πεδίο στην κεντρική πολιτική σκηνή. Το ζήτημα των παρανόμων μεταναστών και κυρίως όσων από αυτούς αναπτύσσουν εγκληματική δράση ήταν και παραμένει στην πρώτη γραμμή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι υποβαθμισμένες περιοχές των Αθηνών. Στις οποίες σημειωτέον η Χρυσή Αυγή έλαβε ηυξημένα εκλογικά ποσοστά.

Θα τα είχε άραγε αυτά τα ποσοστά, αν η αστυνομική δράσις, όπως η εξελισσόμενη επιχείρησις Ξένιος Ζεύς είχε αρχίσει και είχε εκδηλωθή αποτελεσματικά από τότε που άρχισαν τα προβλήματα; Όμως ακόμη και σήμερα, αντί να συζητείται το ζήτημα της προστασίας των πολιτών από την εγκληματικότητα οιασδήποτε προελεύσεως, επανέρχεται η συζήτησις για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, το οποίο εκ των πραγμάτων έχει πλέον αποδειχθή περιττό.

Ακόμη, δεν πρέπει να μας διαφεύγη και το γεγονός ότι επί σειρά ετών είχε δαιμονοποιηθή και ο πατριωτικός λόγος. Όποιος πολιτικός τον διετύπωνε, τουλάχιστον ελοιδορείτο. Και κατετάσσετο απαξιωτικώς στο «φασιστικό χώρο». Αυτό τα τελευταία χρόνια ευτυχώς ανατρέπεται. Πατριωτικές φωνές ακούγονται και από το κυβερνητικό στρατόπεδο και από άλλα κόμματα. Εκτός βεβαίως της αριστεράς.

Και κάτι τελευταίο. Η ουσιαστική πολιτική ενέργεια που οδήγησε στην δικαστική δίωξη της Χρυσής Αυγής ήταν το γεγονός ότι με πρωτοβουλία του υπουργού Δημοσίας Τάξεως, όλες οι εκκρεμείς δικογραφίες που αφορούσαν σε ενέργειες στελεχών της, ανετέθησαν σε έναν εισαγγελικό λειτουργό ο οποίος τις συνδύασε και κατέληξε στη διαπίστωση του αδικήματος της «συστάσεως εγκληματικής συμμορίας». Τις υποθέσεις αυτές, δεν τις κρατούσε στο γραφείο του. Υπήρχαν στα χέρια διαφόρων εισαγγελέων. Και ακολουθούσαν τους γνωστούς ρυθμούς των ελληνικών δικαστηρίων.

Με τους ίδιους ρυθμούς και εξ ίσου αποσπασματικά διερευνώνται οι διάφορες υποθέσεις «κουκουλοφόρων». Μήπως θα έπρεπε κατ’ ανάλογο τρόπο να ανατεθούν όλες μαζί σε έναν εισαγγελέα για να διαπίστωση πλέον αυτός αν υπάρχουν και εκεί συσχετισμοί που θα διευκολύνουν το έργο της δικαιοσύνης;

Πηγή: ΑΤΤΙΚΟ ΒΗΜΑ