Γράφει ο Παναγιώτης Μποκοβός

Δημοσιεύθηκε στο Αττικό Βήμα στις 25 Οκτωβρίου 2013

 

Πολλοί ομιλούν για την ανάγκη διενέργειας παραγωγικών επενδύσεων, σε όλους τους κλάδους της εθνικής οικονομίας, ως βασικού μέτρου και εργαλείου, για την έξοδο της χώρας μας από την ύφεση.

Πρωταγωνιστής σε αυτή την κίνηση, είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, που πραγματοποιεί συναντήσεις γι’ αυτό το μείζον θέμα, με επιχειρηματίες και ανώτατα στελέχη διεθνών επιχειρηματικών ομίλων, στην Αθήνα, στην Ευρώπη, στη Νέα Υόρκη, στην Κίνα, ουσιαστικά όπου βρεθεί, σύμφωνα με το πρότυπο δυτικών ηγετών, που ασκούν προσωπικά την οικονομική διπλωματία και πετυχαίνουν για τη χώρα τους εμπορικές συμφωνίες δις ευρώ, καθώς και μεγάλες επενδύσεις.

Στις επενδύσεις αποβλέπουν και οι ενέργειες του υπουργείου Ανάπτυξης, προφανώς στα πλαίσια πρωθυπουργικών εντολών, ενώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης αναλίσκονται σε στείρες επιθέσεις κατά της κυβέρνησης και της τρόικας. Αν ασχολούνταν λίγο με αυτό το πρόβλημα, θα διαπίστωναν πόσες δυσκολίες παρουσιάζει. Αλλά αντί να βοηθήσουν τον τόπο -όχι την κυβέρνηση- προβάλλουν προσκόμματα και κάνουν το παν για να ματαιώσουν επενδύσεις σε εξέλιξη, π.χ. στις Σκουριές της Χαλκιδικής με τους 50 ένοπλους κουκουλοφόρους που ακόμη τους στηρίζουν πολιτικά, ενώ έχουν ασκηθεί δικαστικές διώξεις.

Πρέπει να σημειωθεί, ότι οι μεγάλες επενδύσεις, από τη στιγμή που θα αποφασισθεί η πραγματοποίησή τους, χρειάζονται 2-3 χρόνια για να υλοποιηθούν και να λειτουργήσουν. και ακόμη, ότι όσο πιο προηγμένη τεχνολογία χρησιμοποιούν, τόσο λιγότερους εργαζόμενους απασχολούν. Προφανώς απαιτούνται οι επενδύσεις τεχνολογικής αιχμής, γιατί μεταφέρουν στη χώρα τεχνογνωσία και νέες μεθόδους παραγωγής, μάναντζμεντ και μάρκετινγκ. Δυστυχώς είναι δύσκολη η προσέλκυση τέτοιων μεγάλων επενδύσεων, γιατί η διεθνής πρακτική καταδεικνύει, ότι προτιμούν για εγκατάσταση ανεπτυγμένες χώρες, με σταθερή οικονομία και πάγια νομοθεσία, π.χ. ΗΠΑ, Βρεταννία.

Υπάρχουν όμως επενδύσεις που μπορούν να απορροφήσουν τις χιλιάδες των σημερινών ανέργων: εκείνες που χαρακτηρίζονται ως έντασης εργασίας, π.χ. βιοτεχνίες – βιομηχανίες ετοίμων ενδυμάτων, καθώς και όσες γίνονται στον τριτογενή τομέα, στις υπηρεσίες τουρισμός, μεταφορές, τραπεζικές και ασφαλιστικές εργασίες. Προφανώς το πρόβλημα των επενδύσεων -μικρές, μεγάλες, ελληνικές, ξένες- πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με ρεαλισμό και με βάση τα διεθνώς ισχύοντα και όχι με τις προσωπικές επιθυμίες ή τις κυβερνητικές επιλογές που συνήθως είναι θεμιτές, αλλά μη πραγματοποιήσιμες.

Πρέπει, λοιπόν, να συγκεντρώσουμε τις προσπάθειές μας -κυβέρνηση, επιχειρήσεις, πολίτες- σε επενδυτικούς τομείς που ήδη υπάρχουν και σε νέες επενδύσεις που εξαρτώνται από εμάς, από άποψη εργασίας και μικρών κεφαλαίων και για τις οποίες μπορούμε να λάβουμε δωρεάν οικονομικές ενισχύσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή και χαμηλότοκα δάνεια. Έχω την πεποίθηση ότι η έξοδος της οικονομίας μας από την ύφεση, θα προέλθει από τις δικές μας επενδυτικές πρωτοβουλίες -έστω μικρές, αλλά πολλές- και όχι από τις σωτήριες μεγάλες επενδύσεις πολυεθνικών ομίλων, που βέβαια είναι πάντα ευπρόσδεκτες, τουλάχιστον από τους συνετούς πολίτες. Εξηγούμαι:

Η βαριά βιομηχανία της χώρας μας, είναι ο τουρισμός, όπως αποδείχθηκε πανηγυρικά και κατά την εφετινή τουριστική σαιζόν, με ρεκόρ αφίξεων 17,5 εκατ. ξένων επισκεπτών, χάρη στη μαζική ανταπόκριση όλων των παραδοσιακών τουριστικών αγορών, από τις οποίες είχαμε αύξηση τουριστών, καθώς και στην ενδυνάμωση του ρεύματος από Ρωσία, ΗΠΑ και Τουρκία. Για το 2014 προβλέπεται μεγαλύτερη τουριστική κίνηση, σύμφωνα με τις απόψεις διεθνών τουριστικών πρακτορείων, αλλά και τις μεθοδευμένες ενέργειες του υπουργείου Τουρισμού. Πρέπει επομένως να συνεχίσουμε να επενδύουμε στο τουριστικό προϊόν, από άποψη διαφήμισης, τιμολογιακής πολιτικής, εκπαίδευσης του προσωπικού και σύνδεσης των διακοπών των επισκεπτών μας με τα πολιτιστικά μνημεία και τα μουσεία του τόπου μας, καθώς και θρησκευτικού και προσκυνηματικού τουρισμού των ομογενών μας.

Τομέας έτοιμος να δεχθεί νέες επενδύσεις και νέους εργαζόμενους, είναι ο αγροτικός, στον οποίο επιστρέφουν τα τελευταία χρόνια νέοι πολίτες, για να ασχοληθούν με τα οικογενειακά κτήματα. Είναι εντυπωσιακή η κίνηση προς τη γεωργία και κτηνοτροφία που επιχειρείται κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά δυναμικά προϊόντα, με υψηλή προστιθέμενη αξία, που αποφέρουν κέρδη, όπως η τυποποίηση του ελαιολάδου ή η παραγωγή τυριών. Εξάλλου με τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε., οι επιδοτήσεις των αγροτών την περίοδο 2014-2020, θα ανέλθουν σε 19,7 δις ευρώ. Όσοι ασχοληθούν με τη γεωργία και είναι κάτω των 40 ετών, μπορούν να λάβουν ενίσχυση έως 70.000 ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι ο Επίτροπος Γεωργίας Ντ. Τσιόλος, που βρέθηκε στη χώρα μας, κάλεσε τους Έλληνες να χρησιμοποιήσουν τη γεωργία για να ξεπεράσουν την κρίση, όπως ήδη γίνεται στην Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία.

Υπάρχει ακόμη η παγκόσμια ναυτιλιακή δύναμη, που περιμένει τους νέους μας για να τους προσφέρει εργασία με πολλές οικονομικές προοπτικές. Πρόκειται προφανώς για τον ελληνικής ιδιοκτησίας εμπορικό στόλο, που είναι πάντα πρώτος στην παγκόσμια κατάταξη και δεν ζητά επενδύσεις, αλλά παρέχει εργασία.

Ο τουρισμός, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η ελληνόκτητη εμπορική ναυτιλία των διεθνών θαλασσών, παρέχουν πολλές ευκαιρίες για εργασία και σταδιοδρομία, ιδίως στους νέους και στις νέες. Αρκεί να καταλάβουν ότι το κράτος-πατερούλης πέθανε οριστικά και να διαγράψουν το καταστροφικό όνειρο να γίνουν -και αυτοί- δημόσιοι υπάλληλοι. Ο ιδιωτικός τομέας, είναι ανοικτός για όλους και προσφέρει αξιοπρεπή εργασία και οικονομικό μέλλον.

Πηγή: Αττικό Βήμα