Γράφει ο Κώστας Χρήστου

Δημοσιεύθηκε στο www.europeanbusiness.gr

 

Κατά την επικεφαλής του ΔΝΤ Christine Lagarde, η Ευρωζώνη είναι «ένα όμορφο πλοίο που κτίστηκε και μεγάλωσε για τα εύκολα ταξίδια, αλλά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί για τα δύσκολα ταξίδια».

 

Πόσο, όμως, μπορεί να διαρκέσει αυτό το ταξίδι και κατά πόσο το «ευρωπλοίο» μπορεί να ανταπεξέλθει σ’ αυτό χωρίς να βυθιστεί;

Πλέον, οι οικονομικές συνθήκες στην αγορά δεν αφήνουν περιθώρια για άλλες παρεκκλίσεις. Οι συνθήκες διεθνούς χρηματοδότησης και διατραπεζικών συναλλαγών έχουν επιδεινωθεί. Ταυτόχρονα, υπάρχει εκροή καταθέσεων με παράλληλη αδυναμία δημιουργίας νέων εκταμιεύσεων. Η σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη είναι «σφιχταγκαλιασμένη» με τα πακέτα λιτότητας που συρρικνώνουν περαιτέρω τις προοπτικές των τραπεζών. Είναι εμφανές ότι το κατακερματισμένο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα χρειάζεται ένα πραγματικό δίχτυ ασφαλείας, που θα καλύψει την αδυναμία του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθερότητας να ανακεφαλαιοποιεί άμεσα τις τράπεζες.

Η παρέμβαση της Λαγκάρντ είχε ως σκοπό να επιταχυνθεί το ψήφισμα του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την προγραμματισμένη τραπεζική ενοποίηση. Επίσης, αποσκοπούσε στο να ξεπεραστεί η διαμάχη με την «Eυρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)», σχετικά με το αν η τελευταία οφείλει να παρέχει, ή όχι, λεπτομερή πρακτικά των εργασιών της. Αν δεν κατέληγαν σε συμφωνία, το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε να καθυστερήσει την ψηφοφορία της μέχρι τον Οκτώβριο του 2013. Ως εκ τούτου, θα ετίθετο σε κίνδυνο ολόκληρο το χρονοδιάγραμμα για την τραπεζική ένωση. Γι’ αυτό και η επικεφαλής του ΔΝΤ έκλεισε την μεταφορά της για το πλοίο και την Ευρωζώνη, τονίζοντας την ανάγκη να ολοκληρωθεί άμεσα το «κομμάτι του πλοίου» που θα το κάνει να αντέξει τις «φουρτούνες».

Τελικά, το μήνυμα της Lagarde «έπιασε τόπο» και το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την δημιουργία μιας ενιαίας εποπτικής αρχής από την ΕΚΤ, η οποία θα ξεκινήσει το 2014 και θα εποπτεύει 6000 τράπεζες. Ο νέος φορέας της ΕΚΤ θα είναι οπλισμένος με μηχανισμούς εκκαθάρισης των χρεοκοπημένων ιδρυμάτων και θα προστατεύει τις εγγυημένες καταθέσεις. Εκτός από τα μέλη της Ευρωζώνης, στο σύστημα θα μπορούν να ενταχθούν και οι υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Άλλωστε η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA) εκτιμά ότι μόνο οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες θα χρειαστούν κεφάλαια €70δις για να ανταποκριθούν στους νέους κανονισμούς.

Όπως και να έχει, η ΕΚΤ θα εξακολουθεί να έχει τον τελευταίο λόγο. Επιπλέον, η ΕΚΤ τον Φεβρουάριο του 2014 αναμένεται να έχει ολοκληρώσει τον έλεγχο των ισολογισμών των τραπεζών, προκειμένου να εντοπιστούν πιθανά προβλήματα. Μάλιστα, τον Μάιο του 2014 σχεδιάζεται η διεξαγωγή ενός ενιαίου τεστ αντοχής από την ΕΚΤ και την EBA.

Για τις χώρες της περιφέρειας, μια πλήρης τραπεζική ενοποίηση θα ήταν «μάννα εξ ουρανού», καθώς θα υπήρχε σοβαρή αποκλιμάκωση επιτοκίων και επιστροφή των καταθέσεων. Επίσης, θα απομακρυνόταν το ενδεχόμενο εξόδου μιας χώρας από το ευρώ. Φυσικά, οι τράπεζες επιβάλλεται να περάσουν επιτυχώς τον σκόπελο των stress tests, ενώ σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσει και η αξιολόγηση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού από την ΕΚΤ. Σε κάθε περίπτωση, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου είναι αναγκαίο να πιέσουν την ΕΚΤ να ενθαρρύνει την διασυνοριακή τραπεζική ολοκλήρωση.

Για την ώρα, το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι η Γερμανία που εκφράζει σταθερά τις αντιρρήσεις της έναντι μιας πραγματικής τραπεζικής ενοποίησης. Και εδώ διαπιστώνεται η αντίφαση ότι ενώ η Γερμανική οικονομία χαρακτηρίζεται από πολλούς ως μοντέλο, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις τράπεζές της. Το γερμανικό τραπεζικό σύστημα έχει μια μακρόχρονη παράδοση «κακοδιαχείρισης» και διαφθοράς. Μάλιστα την εποχή των «παχιών αγελάδων», οι γερμανικές τράπεζες επέλεξαν καταστροφικές επενδύσεις (π.χ. αμερικάνικα subprimes και ελληνικά ομόλογα). Αργότερα, αυτές οι επιλογές θα μεταφράζονταν σε διάσωση $860 δισεκατομμυρίων (2008-2012) των γερμανικών τραπεζών. Ουσιαστικά, πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο πακέτο διάσωσης στην Ευρώπη, μετά του πακέτου της Βρετανίας. Επίσης, είναι παραπάνω από τα $700δις που εγκριθήκαν για το Troubled Asset Relief Program στις ΗΠΑ.

Ευλόγως, προκύπτει το ερώτημα γιατί η Γερμανία δεν επιθυμεί μια τραπεζική ενοποίηση. Εκ πρώτης όψεως, το κόστος διάσωσης των γερμανικών τραπεζών μπορεί να μοιάζει τεράστιο, αλλά στην πραγματικότητα ισοδυναμεί με μόλις το 1/4 του ΑΕΠ. Ακόμη, οι γερμανικές τράπεζες δεν μαστίζονται τόσο από κακά στεγαστικά δάνεια και έχουν περιορίσει ή έχουν αναστείλει εντελώς την επέκτασή τους στο εξωτερικό. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι δραστηριοποιούνται εντός μιας εκ των πλέον ανταγωνιστικών και ισχυρών οικονομιών του πλανήτη, κάτι που τους παρέχει λιγότερα ρίσκα και σαφώς εύκολο και φθηνό δανεισμό. Με λίγα λόγια, η Γερμανία, για την ώρα, είναι μία από τις λίγες χώρες που μπορούν να διατηρήσουν σε διαχειρίσιμο επίπεδο το χρέος των τραπεζών τους.

Φυσικά, στον αντίποδα, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι ο γερμανικός τραπεζικός τομέας είναι σοβαρά εκτεθειμένος με επισφαλή δάνεια στην ναυτιλία και στην εμπορική ακίνητη περιουσία. Ενδεικτικά, οι μεγαλύτερες τράπεζες δανείζονται 50 ευρώ για κάθε ένα δικό τους ευρώ, κάτι που και η ίδια η Bundesbank θεωρεί επικίνδυνα υψηλό.

Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τις γερμανικές αντιδράσεις, χωρίς να κατανοήσουμε πρωτίστως κάποια βασικά στοιχεία του γερμανικού τραπεζικού συστήματος. Αρχικά, το γερμανικό κράτος ελέγχει απόλυτα τις 400 τοπικές τράπεζες της χώρας που είναι γνωστές και ως «Sparkassen». Επί της ουσίας, ο μισός τραπεζικός κλάδος βρίσκεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στα χέρια της κυβέρνησης. Επίσης, τα τελευταία χρόνια έχουν αποκαλυφθεί μια σειρά αλλεπάλληλων σκανδάλων που καταδεικνύουν την διαπλοκή της πολιτικής εξουσίας και των τραπεζών.

Άλλωστε, τα περισσότερα κρούσματα αφορούν τις λεγόμενες «Landesbanken», που ανήκουν σε γερμανικά κρατίδια και αποταμιευτικές τράπεζες. Ακόμη και το λάδωμα του Ecclestone της Formula, που είχε προκαλέσει σάλο στην διεθνή ειδησεογραφία, αφορούσε την τράπεζα BayernLB, μια Landesbanken που ανήκε από κοινού στο κράτος της Βαυαρίας και σε τοπικές τράπεζες. Όμως, τίποτα δεν φαντάζει τόσο εντυπωσιακό όσο οι αναφορές του ευρωβουλευτή των Πρασίνων, Giegold, για την διαπλοκή του τραπεζικού τομέα με όλα τα γερμανικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένων και των ακροαριστερών. Και μην ξεχνάμε ότι ο Giegold είναι ειδικός στα θέματα της τραπεζικής και μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (ECON).

Η τραπεζική ένωση αποσκοπεί στην σταθεροποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, που όπως αποδείχτηκε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers ήταν χτισμένο σε σαθρά θεμέλια. Πολλοί θεωρούν ότι το «πλοίο της ευρωζώνης» έχει μόλις ξεκινήσει το ταξίδι του με προορισμό την Ιθάκη που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η εμπιστοσύνη. Κάποιοι, όμως, θεωρούν ότι αυτό το πλοίο είναι ακόμη «αγκυροβολημένο στο λιμάνι της αβεβαιότητας», αλλά ακόμη και όταν ξεκινήσει, έχει να περάσει μια σειρά «φουρτουνών» προτού φτάσει στον προορισμό του. Το ελπιδοφόρο είναι ότι επιτέλους ξεκινάει.

Πηγή: European Business Review