Γράφει ο Χριστόφορος Ματιάτος

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 13 Νοεμβρίου 2013

 

Ο Λουδοβίκος ο ΙΔ’, ο βασιλέας Ήλιος, εκείνος που κατοικοέδρευε στις Βερσαλλίες, μεταξύ των όσων είπε όταν ανέτελλε ή μεσουρανούσε, πριν δύσει και αυτός (το παθαίνουν, φευ, οι ήλιοι), λέγεται ότι ξεστόμισε τη φράση: «Το Κράτος είμαι εγώ.» Μάλιστα, τη δήλωση αυτή την απηύθυνε στο παρλαμέντο (είδος Συμβουλίου της Επικρατείας). Ήταν στις κακές του την ημέρα εκείνη (13 Απριλίου του 1655). Για να το δείξει, εμφανίστηκε μπροστά στο σεβάσμιο εκείνο σώμα, όχι με τα καλά του, τα κυριακάτικα, ούτε καν με ένδυμα περιπάτου, αλλά με τα ρούχα που πήγαινε κυνήγι: κόκκινο εφαρμοστό σακάκι και γκρίζο καπέλο. Κρατούσε όμως, λένε, μαστίγιο στο χέρι. Πιθανόν να μη φορούσε γραβάτα. Και ήταν μόλις δεκαεπτά ετών, καλό παιδί, μα κακομαθημένο. Βεβαίως, είχε λόγους να δυσφορεί, μια και το παρλαμέντο του έφερνε δυσκολίες με κάποια φορολογικά διατάγματα, από τα οποία περίμενε να εισπράξει κάμποσα λουδοβίκεια. Ως ιδέα και ως σύστημα, η φράση του βασιλέα Ηλίου είχε τα όρια της και ως γνωστόν, εξ αιτίας της, απόγονος του βραχύνθηκε κατά ένα κεφάλι.

Πάντως, εμείς στον τόπο μας, τυχεροί άνθρωποι, τα τελευταία χρόνια δεν είχαμε άρχοντες με τέτοιες αντιλήψεις ή παραισθήσεις. Είναι απ’ όλους δεκτό, ότι διαπνέονται πάντοτε από άπειρη σεμνότητα και ατελεύτητη  ταπεινότητα. Ίσως όμως το αντίστοιχο της ηλιακής φράσεως παρ’ ημίν, έστω και εάν προέρχεται από ήσσονα αστρικά σώματα, να είναι το συνήθως μη ακουόμενο δημόσια, αλλά λεγόμενο κάποτε εν στενώ κομματικώ κύκλω, πάντοτε όμως υπάρχον στις σκέψεις και διαποτίζον νοοτροπίες, πράξεις και παραλείψεις: «Το κράτος είναι για μας.» Η φράση αυτή ερμηνεύει πλείστα όσα φαινόμενα και μη φαινόμενα της ελληνικής πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας. Εξηγεί κυρίως τόσο κράτος, τέτοιο κράτος.

Αν το κράτος είναι για κάποιους, όπως οι κάποιοι θεωρούν, είναι φυσικό, επιδίωξη, στόχο, προσπάθεια τους να αποτελεί το κράτος αυτό να γίνει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο. Έτσι ώστε το μερίδιο τους απ’ αυτό να αυγατίζει ανάλογα. Το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι ένα τεράστιο κράτος, μοιραία όχι ιδιαίτερα ευκίνητο, μάλλον σαφώς δυσκίνητο, που τείνει να καταντήσει ακίνητο. Ένα κράτος δεινόσαυρος που βόσκει ατάραχος με τις ώρες του. Έκπληκτος και δυσαρεστημένος όταν διαταράσσεται η μακαριότητα του. Θυμωμένος όταν κινδυνεύει η βοσκή του, πράγμα που μπορεί να τον μεταβάλει από απαθή δεινόσαυρο σε κακό και επικίνδυνο τυραννόσαυρο.

Φυσικά το κράτος δεν θα έπαιρνε τη μορφή αυτή, αν οι δημιουργοί του δεν το έφτιαχναν κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση τους. Ασφαλώς, η διατήρηση της παρούσας δεινοσαυρικής υφής του ανταποκρίνεται στις επιθυμίες όσων θεωρούν πως υπάρχει μόνον γι’ αυτούς, δεν πρέπει να υφίσταται για τους άλλους, εξ ου και οι σκληροί αγώνες για την εξασφάλιση της αποκλειστικότητας επ’ αυτού. Αλλά και η τάση να αυξηθεί ακόμη περισσότερο, ώστε να υπάρχει ικανοποιητικό μερίδιο για όλους τους ενδιαφερομένους. Η ύπαρξη του αποτελεί αυτοσκοπό. Η λειτουργικότητα και η σκοπιμότητα του θεωρούνται τελείως δευτερεύοντα ζητήματα.

Η συμβίωση μ’ ένα δεινοσαυρικό κράτος δεν μπορεί παρά να είναι προβληματική για τους πολίτες της χώρας. Μόνον όσοι θεωρούν ότι υπάρχει γι’ αυτούς μπορεί ίσως να αισθάνονται υπερήφανοι για λογαριασμό του, περιφέροντας το ως κατοικίδιο στο δρόμο. Οι κοινοί θνητοί αισθάνονται πως το κράτος μεγαλώνοντας, φουσκώνοντας, ξεχειλίζοντας περιορίζει ασφυκτικά τον ζωτικό τους χώρο. Από την άλλη μεριά, όταν προσδοκούν ότι το κράτος αυτό θα ανταποκριθεί σε κάποιες από τις πιο στοιχειώδης υποχρεώσεις του, συνήθως απαγορεύονται, γιατί αρκείται να σφυρίζει αδιάφορο, κοιτάζοντας τον γαλάζιο ή έναστρο ουρανό ή τα κάνει θάλασσα. Είναι δε εντυπωσιακή η ευκολία και η άνεση με την οποία βρίσκει δικαιολογίες για να κάνει ότι θα έπρεπε να κάνει.

Είναι ενδιαφέρον και ανησυχητικό, μετά από μία κρίση που στάθηκε ανίκανο να προβλέψει, ανίκανο να εμποδίσει, ανίκανο να αντιμετωπίσει, ανίκανο να ξεπεράσει, το κράτος να επωφελείται απ’ αυτήν, για να βγει ενισχυμένο στις κακές του ιδιότητες, συνήθειες, πρακτικές. Και μάλιστα χωρίς να κάνει την αυτοκριτική του, που όσο και αν ο όρος δεν είναι πια της μόδας, μερικές φορές δεν παύει να δίνει μια ηθική ικανοποίηση σε όσους υπέστησαν τα λάθη και τις δυσλειτουργίες του, να φέρνει μια χρήσιμη εκτόνωση και να φρονηματίζει για το μέλλον. Όποιοι θεωρούν ότι το κράτος είναι γι’ αυτούς, θα έπρεπε τουλάχιστον να έχουν κάποιο αίσθημα ευθύνης για την δράση και την αδράνεια του.

Πάντως, ο ελληνικός λαός δεν πρέπει να θεωρεί ότι είναι καταδικασμένος να ζή σ’ ένα υποκράτος εσαεί και ότι είναι έξω και πέρα από τις δυνατότητες του να το μεταβάλει σε κάτι το καλύτερο. Το είχε καταφέρει παλαιότερα επανειλημμένα. Σε εποχές που επικρατούσε, στη θεωρία και στην πράξη, η αντίληψη πως το κράτος υπήρχε για όλους και δεν ανήκε σε λίγους. Είχε δε κάποιους στόχους να φθάσει και κάποιους σκοπούς να πραγματοποιήσει. Αυτό μπορεί και πρέπει να συμβεί πάλι στο μέλλον.