Γράφει ο Παναγιώτης Μποκοβός
Δημοσιεύθηκε στο Αττικό Βήμα στις 23 Δεκεμβρίου 2013
Ο λαϊκισμός είναι πλέον διεθνές φαινόμενο, υπό την έννοια ότι απαντάται σε όλες τις χώρες και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Για να είναι όσο το δυνατό πιο αποτελεσματικός, μεθοδεύεται και καλλιεργείται κατάλληλα από τους ενδιαφερόμενους και προσφέρεται πάντοτε με ελκυστική συσκευασία. Βασικός πυρήνας του, είναι το καλόπιασμα των μαζών και οι υποσχέσεις για ικανοποίηση όλων των τρεχουσών και εικαζομένων αναγκών και επιθυμιών τους, μέχρι του σημείου να δημιουργεί εικονικές υποχρεώσεις και βιοτικές βλέψεις. Ο λαϊκισμός δεν απευθύνεται στους πολίτες, πολύ περισσότερο στους ενεργούς, γιατί αυτοί είναι σκεπτόμενες μονάδες που διυλίζουν πληροφορίες και μηνύματα, αλλά στη μάζα, στον ανθρώπινο πολτό, που είναι ευάλωτος και χειραγωγείται εύκολα, με τη βοήθεια της προπαγάνδας και των μεθόδων του μάρκετινγκ, που διαχέονται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη, πρόβαλαν τα προβλήματα και τα αιτήματα του αθηναϊκού λάου, ενώ και σήμερα τα θέματα αυτά προσαρμόζονται στην τρέχουσα επικαιρότητα για να γίνονται πιο κατανοητά από τους σύγχρονους θεατές και να αποσπούν τα χειροκροτήματά τους. Πιο έντονο το φαινόμενο του λαϊκισμού, υπάρχει στην ελληνική θεατρική επιθεώρηση, η οποία ασχολείται με τα καυτά, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα του λαού, τα οποία καυτηριάζει, αλλά και σατιρίζει, ενώ όταν λείπει ο σχετικός οίστρος, καταπίπτει στη βωμολοχία που όμως γίνεται ασμένως αποδεκτή από την ανθρώπινη μάζα.
Αλλά και στην άμεση αθηναϊκή δημοκρατία, κυριαρχούσαν στις συνελεύσεις του δήμου οι δημαγωγοί, που ήταν εξέχοντες λαϊκιστές, με τη σημερινή ορολογία. Στα σύγχρονα κοινοβούλια, οι λαϊκιστές υφίστανται πάντοτε και επηρεάζουν με τη συμπεριφορά τους, τροφοδοτώντας ταυτόχρονα με θέματα τα λαϊκίζοντα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Έντονο λαϊκισμό εξεδήλωσαν, κατά το πρόσφατο παρελθόν, εφημερίδες και περιοδικά της Γερμανίας, που έβαλαν κατά της χώρας μας και ζητούσαν την αποπομπή της από την Ευρωζώνη, για να ικανοποιήσουν μερίδα της κοινής γνώμης, που ζητούσαν να μοιραστούν στους Γερμανούς εργαζόμενους τα κονδύλια που πιθανόν να προορίζονταν για τη διάσωση της Ελλάδας.
Τα παραπάνω παραδείγματα και άλλα πολλά, αποδεικνύουν ότι οι μάζες διακατέχονται από ταπεινά κίνητρα και δη οικονομικού περιεχομένου και ως εκ τούτου αποδέχονται ευ κόλα και χωρίς συζήτηση τα θελκτικά μηνύματα των λαϊκιστών, τα οποία πάντοτε αποβλέπουν στην ευχαρίστηση και στην ικανοποίησή τους. Τελικά οι λαϊκιστές δεν μένουν στις λεκτικές προσφορές, αλλά όταν έχουν την εξουσία προχωρούν και σε οικονομικές παροχές για να συγκρατήσουν τις μάζες, σαν και αυτές που έκαναν στη χώρα μας, με τελικό αποτέλεσμα να την οδηγήσουν στην χρεωκοπία.
Πρόσφατες περιπτώσεις έντονου κυβερνητικού λαϊκισμού: η υπόσχεση διανομής του πρωτογενούς πλεονάσματος του προϋπολογισμού, το οποίο ακόμη δεν έχει επιβεβαιωθεί στην πράξη και η επανασύνδεση του ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ στα νοικοκυριά, από τα οποία είχε διακοπεί, λόγω μη πληρωμής των λογαριασμών. Σημειωτέον, ότι ακόμη κανείς δεν ξέρει πόσοι και ποιοι είναι οι δικαιούχοι, οι δήμοι επέστρεψαν στην κυβέρνηση το μπαλάκι της σχετικής ευθύνης που τους έρριξε, ενώ οι αρμόδιοι άργησαν πολύ μέχρι να μας πουν, ότι το κόστος της δωρεάν παροχής ρεύματος θα πληρώσουν οι λοιποί πελάτες της ΔΕΗ. Δηλαδή η κυβέρνηση κάνει κοινωνική πολιτική με ξένα κόλλυβα.
Άλλα και τα κόμματα της αντιπολίτευσης λαϊκίζουν και μάλιστα από τις εκλογές μέχρι σήμερα και προφανώς θα συνεχίσουν αυτή την τακτική εν όψει δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, καθώς και για το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο τον προσεχή Μάιο. Ως καλοί λαϊκιστές, υπόσχονται τα πάντα στους πάντες, χωρίς να εξηγούν που θα βρουν τα λεφτά, όταν ερωτώνται από τον Τύπο ή και στελέχη τους που παθαίνουν κρίση ειλικρίνειας. Στις παχυλές υποσχέσεις ειδικεύεται η αξιωματική αντιπολίτευση, που θυμίζει το ΠΑΣΟΚ του 1980-1981 και το πράσινο βιβλίο του, που είχε για τον κάθε ψηφοφόρο μερικές υποσχέσεις. Έτσι έχει υποσχεθεί:
επιστροφή στη δραχμή, αλλά και παραμονή στο ευρώ, μισθούς και συντάξεις στα προ μνημονίων υψηλά επίπεδα, κατάργηση νόμων και μνημονίων, αλλά και επαναδιαπραγμάτευση, κρατικοποίηση τραπεζών που ακόμη το κράτος χρωστά τα χρήματα της επανακεφαλαιοποίησής τους, δωρεάν κατοικία, ρεύμα, θέρμανση κ.λπ. στους μη έχοντες, δουλειά για όλους και άλλα πολλά, ώστε να μην μείνει κανείς παραπονεμένος. Όλα αυτά σημαίνουν, ότι θα πρέπει να δανείζεται το κράτος γύρω στα 30 δις ευρώ τον χρόνο, χωρίς να πληρώνει τοκοχρεολύσια στους δανειστές του. Ποιος θα μας χαρίζει ή θα μας δανείζει ετησίως τόσα δις; Προφανώς κανείς.
Τις λαϊκίστικες υποσχέσεις τις πιστεύουν όλο και λιγότεροι, γιατί η σκληρή οικονομική πραγματικότητα νουθετεί και διδάσκει. Αλλά πάντα υπάρχουν εύπιστοι και παρασυρόμενοι από την ευγλωττία των λαϊστικών, που τους ακολουθούν ελπίζοντας για το καλύτερο. Αλλά η κατάσταση περιπλέκεται, όταν οι λαϊκιστές αναμειγνύουν τις χωρίς αντίκρυσμα υποσχέσεις τους, με τις κομμουνιστικές και σοσιαλιστικές ουτοπίες, προσπαθώντας να προσδώσουν στον κούφιο λόγο τους, ένα κάποιο ιδεολογικό υπόβαθρο, προκειμένου να συγκινήσουν με άλλα μέσα τη μάζα. Έτσι η αξιωματική αντιπολίτευση υποσχέθηκε: σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας, χιλιάδες διορισμούς στο δημόσιο, λειτουργία των εργοστασίων που αργούν από τους εργαζόμενους, ανάπτυξη με τις καταθέσεις των ιδιωτών στις τράπεζες, ενώ οι συνιστώσες της προβάλλουν και διάφορα άλλα παιδικά όνειρα του 1917. Η μαρξιστική θεωρία που απέτυχε στην πράξη, αφού εξολόθρευσαν οι εφαρμοστές της εκατομμύρια αθώων ανθρώπων και καταδίκασαν πολλά άλλα στη μιζέρια, κινητοποιεί ακόμη νηπιακούς εγκεφάλους, που επιθυμούν να δημιουργήσουν νέα θύματα, κατά τον 21ο αιώνα.
Για σκληρή εργασία, ποιος θα μας μιλήσει;
Πηγή: Αττικό Βήμα
Got something to say? Go for it!