Γράφει ο Γιώργος Καισάριος

Δημοσιεύθηκε στο Capital στις 30 Δεκεμβρίου 2013

 

Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδος, τουλάχιστον όσον αφορά το εισπρακτικό ταμειακό κομμάτι, δείχνει να έχει φτάσει στα όρια της. Τούτο διότι όλοι πλέον αναγνωρίζουν ότι η φοροδοτική ικανότητα του μέσου πολίτη της Ελλάδος εξαντλείται, αν δεν έχει ήδη εξαντληθεί.

Ένα δείγμα αυτής της εξάντλησης, είναι το γεγονός ότι παρ΄ όλο που η εφορία παίρνει χρεωστούμενα απευθείας από τραπεζικούς λογαριασμούς, το φορολογικό αποτέλεσμα είναι πολύ φτωχό.

Από την στιγμή λοιπόν που η εφορία δεν μπορεί να εισπράξει αυτά που λέει ότι τις χρωστούν οι φορολογούμενοι απευθείας μέσα από τραπεζικούς λογαριασμούς, πως θα τα πάρει μέσα από την δικαστική οδό ή μέσω πλειστηριασμών κτλ; Πολύ απλά, τα 66 δισ. ευρώ περίπου σε ληξιπρόθεσμες οφειλές είναι μόνο στα χαρτιά (και κακώς είναι και στα χαρτιά διότι θα έπρεπε εδώ και χρόνια να είχαν διαγραφεί αυτές οι απαιτήσεις και να σταματήσει ο λαϊκισμός).

Με ποιο τρόπο η κυβέρνηση θα καταφέρει να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ έως το 2016, με σκοπό ένα πλεόνασμα περίπου 8 δισ. ευρώ δεν ξέρω. Και ειλικρινά, αμφιβάλω αν είναι καν στόχος της κυβέρνησης πλέον κάτι τέτοιο, λαμβάνοντας υπόψη τον Ηράκλειο άθλο του εγχειρήματος.

Η σκέψη είναι ότι αν η Ελλάδα περιορίσει την φοροδιαφυγή, ένα τέτοιο πλεόνασμα είναι επιτεύξιμο. Η προσωπική μου η εκτίμηση είναι ότι δεν είναι, διότι απλά δεν υπάρχουν τα διαφυγόντα φορολογητέα κέρδη που όλοι νομίζουν.

Το γεγονός ότι άπαντες ομολογούν ότι έχουμε φτάσει στο όρια της φορολογικής ικανότητας, νομίζω ότι συνηγορεί στο ότι η αύξηση εσόδων μέσα από την φορολογία είναι δύσκολο έως αδύνατο (και αντιπαραγωγικό εδώ που έχουμε φτάσει).

Αν η κυβέρνηση θέλει να πετύχει αυξανόμενο πλεόνασμα τα επόμενα χρόνια, αυτό μπορεί να γίνει μόνο από τον περιορισμό του κράτους, την πάταξη της διαφθοράς και τον ορθολογισμό των δαπανών, όπως για παράδειγμα στον τομέα των φαρμάκων που διαδραματίζεται σήμερα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και καθώς η αναδιάρθρωση του κράτους συνεχίζεται (λέμε τώρα), είναι πάρα πολύ δύσκολο η Ελλάδα να πετύχει ανάπτυξη, χωρίς μεγάλες μεταβιβάσεις από την Ευρώπη και χωρίς πρώτα να γίνει μια σοβαρή δουλειά στην αναδιάρθρωση των θεσμών με σκοπό να ενθαρρύνει την αγορά να επενδύσει με στόχο το κέρδος.

Ως αποτέλεσμα, η οικονομική πολιτική, εξ ορισμού θα συνεχίσει να είναι περιοριστική. Και αν λάβουμε υπόψη τις δυσκολίες του τραπεζικού κλάδου, θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι άκρως περιοριστική.

Ως εκ τούτου, είναι πάρα πολύ δύσκολο να πετύχουμε ανάπτυξη που να έχει κάποιο νόημα, με σκοπό να δώσει ανακούφιση στον μέσο πολίτη. Ιδίως από την στιγμή που δεν έχουμε ακούσει τίποτα για μείωση της φορολογίας που περιορίζει την κατανάλωση.

Για αυτούς και πολλούς άλλους λόγους, εκτιμώ ότι η πρόβλεψη για οριακή ανάπτυξη το 2014 είναι πολύ αισιόδοξη.

Όσον αφορά το χρηματιστήριο, δεν θα έλεγα ότι έχω μεγάλες προσδοκίες. Υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαμε να δούμε τον ΓΔ αρκετά υψηλότερα, αρκεί βέβαια να δούμε τις πωλήσεις των εισηγμένων εταιρειών να ανεβαίνουν, συνοδευόμενες από την αύξηση της κερδοφορίας τους.

Θα ομολογήσω ότι υπάρχουν αρκετές μετοχές που θα μπορούσαν να δώσουν καλές αποδόσεις, αλλά δεν βλέπω το ίδιο για το σύνολο της αγοράς. Δεν χρειάζεται να σας πω ότι θεωρώ τις τράπεζες «βαρίδι» και δεν με έχει εκπλήξει ούτε στο ελάχιστο το γεγονός ότι η εξάσκηση των warrants πρόσφατα δεν ήταν αυτό που ορισμένοι ανέμεναν.

Άρα για άλλη μια χρόνια, ακόμα και αν δεν δούμε ύφεση, θα αντιμετωπίσομε μεγάλες δυσκολίες με την ανεργία στα ύψη και το εισόδημα των περισσοτέρων πολιτών να μείνει σταθερό, στην καλύτερη των περιπτώσεων.

george.kesarios@capital.gr

Πηγή: Capital