Γράφει ο Κ. Α. Οικονόμου

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 17 Μαΐου 2014

Διαμαρτυρίες

Ὁ διχαστικός λόγος τοῦ κ. Τσίπρα προσπαθεῖ νά καλύψει μέ τόν χειρότερο τρόπο τήν ἔλλειψη ἔστω καί ἀμυδρᾶς ρεαλιστικῆς ἐναλλακτικῆς προτάσεως τοῦ σχηματισμοῦ τοῦ ὁποίου ἡγεῖται.

Ὑπάρχουν ὅμως καί πτυχές ὁμιλιῶν διαφόρων στελεχῶν τοῦ Σύριζα, οἱ ὁποῖες δέν ἐπιτρέπεται να αἰωροῦνται χωρίς σχολιασμό. Σταχυολογοῦμε τήν πρόταση περί δημεύσεως εἰσοδημάτων καί περιουσιῶν, ἡ ὁποία διετυπώθη ἀπό «ἱστορικό στέλεχος», καθώς και ἐκείνη πού ἐξεστόμισε ἕτερος βουλευτής περί συγκροτήσεως «εἰδικῶν λαϊκῶν δικαστηρίων» γιά τούς πολιτικούς του ἀντιπάλους.

Τό κόμμα τῆς ἀξιωματικῆς Ἀντιπολιτεύσεως ἀπέφυγε νά ἀποκηρύξει τίς εἰσηγήσεις αὐτές. Ἁπλῶς προσπάθησε νά θολώσει λίγο τίς ἀρνητικές ἐντυπώσεις, προφανῶς μετρῶντας τίς ἀντιδράσεις τῶν πολιτῶν.

Ἀμφότερες οἱ ὡς ἄνω προτάσεις προκαλοῦν κάθε δημοκρατικό πολίτη. Δυναμιτίζουν τό κλίμα λίγες ἡμέρες πρό τῶν εὐρωεκλογῶν, ἀλλά καί καταδεικνύουν τήν ἀπαξίωση τῶν δημοκρατικῶν ἀρχῶν μιᾶς ἐλεύθερης κοινωνίας καί τοῦ κοινοβουλευτικοῦ πολιτεύματος.

– Ἀποτελεῖ κυριολεκτικῶς ὄνειδος γιά σύγχρονο κοινοβουλευτικό κόμμα ἡ ἐκτοξευθεῖσα ἀπειλή γιά παραπομπή σέ εἰδικό δικαστήριο, μέ μοναδική προϋπόθεση τήν ἄσκηση οἰκονομικῆς πολιτικῆς, ἡ ὁποία τυγχάνει κοινοβουλευτικῆς στηρίξεως, χωρίς τά συνοδά πραγματικά περιστατικά τῆς παρανόμου προσπορίσεως ἰδιοτελοῦς οἰκονομικοῦ ὀφέλους.

– Καί συνιστᾶ καταπάτηση στοιχειώδους ἀρχῆς τοῦ πολιτεύματος ἡ ἀναγκαστική δήμευση περιουσίας ἤ εἰσοδήματος πολιτῶν, πρός κάλυψη τῆς προεξοφλουμένης ἀποτυχίας τῶν ὑπεσχημένων δῆθεν διαπραγματεύσεων μέ τούς δανειστές τῆς χώρας.

Αὐτά τά ἐγγίζοντα ὄχι τό ὅριο τῆς γελοιότητος, ἀλλά κατά κυριολεξία τῆς κακοηθείας, δέν εἶναι δυνατόν να λέγονται ἀπό στελέχη κόμματος πού διεκδικεῖ την ἐξουσία ἐντός τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως. Εἶναι ἀπορίας ἄξιον τό γεγονός ὅτι δέν παρατηρεῖται ἡ πρέπουσα σέ μία δημοκρατία διαμαρτυρία καί ἡ πανταχόθεν κατά δίκη ἐκείνων πού τά ἐκστομίζουν.

Πολύ φοβούμεθα ὅμως, ὅτι τά δημοκρατικά ἀντανακλαστικά εὐρέων ὁμάδων πολιτῶν περιορίζονται στη διαμαρτυρία γιά τίς περικοπές τῶν ἐπιδομάτων καί τῆς ἐν γένει «ρεμούλας» πού ἐπικρατεῖ ἐπί μία γενεά στη χώρα μας, κατά παραβίαση ἀκόμη καί τῶν κανόνων τῆς κοινῆς λογικῆς. Τά ἀντανακλαστικά αὐτά ἀπουσιάζουν ὅταν καταπατῶνται ἀρχέγονες ἀξίες τῆς δημοκρατίας γιά τήν ὁποία δῆθεν κοπτόμεθα.

Ἡ ἑλληνική κοινωνία φέρει ἔντονα τά χαρακτηριστικά μιᾶς αὐταρχικῆς καί ὀπισθοδρομικῆς κοινωνίας. Παρατηρεῖται ἔλλειψη βασικῶν γιά δημοκρατικές ἀνοικτές κοινωνίες χαρακτηριστικῶν, ὅπως ἡ ἀνεκτικότης, ἡ ἀποδοχή καί ὁ σεβασμός τῆς διαφορετικῆς γνώμης, ἡ διαλεκτική ἐπικοινωνία. Ἀντιθέτως, θεοποιοῦνται ἡ αὐθαιρεσία καί ὁ νεοελληνικός «τσαμπουκάς» πού αἰδημόνως βαπτίζονται «δυναμισμός».

Ἀναζητῶντας τά αἴτια αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς μεγάλων ποσοστῶν τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν καί ἀποφεύγοντας τίς περιττές γιά τήν περίσταση ἱστορικές ἀναδρομές, θά τά ἐντοπίζαμε στήν οὐσιαστική ἀπουσία ἀστικῆς τάξεως μέ σαφῆ ταξική συνείδηση καί ἐκτίμηση τοῦ διευθυντικοῦ της ρόλου, ἀπαραίτητα συστατικά μιᾶς ἀνοικτῆς κοινωνίας πολιτῶν μέ ἀστικά πολιτιστικά καί οἰκονομικά χαρακτηριστικά.

Οἱ κοινωνικές συνθῆκες καί ἡ πολιτική, πού ἐπεκράτησαν καί ἐξακολουθοῦν νά ἔχουν τόν κυρίαρχο ρόλο στη χώρα μας, δέν ἐπιτρέπουν τή διαμόρφωση μιᾶς ἀστικῆς τάξεως μέ τήν εὐρύτητα καί τό βάθος πού συναντῶνται στίς εὐρωπαϊκές κοινωνίες, κυρίως τῆς δυτικῆς Εὐρώπης.

Ἀναδιανεμητικά τεχνάσματα τῶν ἑκάστοτε κυβερνώντων, ὅπως ἡ ἀνοχή τῆς φοροδιαφυγῆς σέ συνδυασμό μέ περιστασιακή ἐπιδοματική πολιτική πρός τις ἑκάστοτε εὐνοούμενες κοινωνικές ὁμάδες ἤ ἐπαγγέλματα, παραπέμπουν κατά τό ἀποτέλεσμα σέ ἕνα κοινωνικό ἰδιότυπο, κατακερματισμένο, αὐταρχικό, ὀπισθοδρομικό, ἐθνοκεντρικό καί γενικά φοβικό σέ κάθε ἐξέλιξη πού θά ἔθετε σέ ἀμφιβολία τό βόλεμά του.

Τά κοινωνικά αὐτά στρώματα, ἀριθμητικῶς εὐρύτατα, προσμετροῦν ἐπίσης βραχύ ἀστικό βίο καί συνεπῶς χρονικά ἀνίκανο νά τούς προσδώσει ἀστικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά.

Οἱ κατ’ ἐπίφασιν ἀστοί περιορίζονται σέ ἕνα μιμητικό καταναλωτισμό ὁ ὁποῖος, δυστυχῶς, ἀνακόπτεται λόγω τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως.

Ἔχοντας ἀπολέσει τόν ἰσχυρό συνεκτικό ἱστό τῆς οἰκονομικῆς εὐμάρειας, τά κοινωνικά αὐτά στρώματα εἶναι δεκτικά καί τῶν πλέον ἀκραίων ἀπόψεων, μέ την ἐλπίδα τῆς ἀνακτήσεως τῶν «χαμένων παραδείσων».