Γράφει ο Κώστας Χριστίδης

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 24 Οκτωβρίου 2014

Greece

Είναι ευρύτατα παραδεκτό το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχει ανυπαρξία ισχυρών, λειτουργικών θεσμών σε πολλούς τομείς. Αρχής γενομένης από το πολιτικό σύστημα, που περιβάλλεται σε μεγάλο βαθμό από ανυποληψία, προχωρώντας στην αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση, την βραδυπορούσα δικαιοσύνη, την ελλειμματικά παρεχόμενη και στις τρεις βαθμίδες παιδεία, τα προβληματικά συστήματα δημόσιας υγείας και κοινωνικής ασφάλισης και φθάνοντας στο ασύδοτο συνδικαλιστικό κίνημα, τα λαϊκίστικα ΜΜΕ και την χαμηλής ανταγωνιστικότητας οικονομία, είναι προφανές ότι σε όλους αυτούς τους τομείς απαιτούνται βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές.

Οι θεσμοί είναι ανθρωπίνως επινοημένοι περιορισμοί και κανόνες που διαμορφώνουν κίνητρα και αντικίνητρα, επιβραβεύσεις και κυρώσεις για την ανθρώπινη δραστηριότητα. Η επίδρασή τους στην ατομική και συλλογική συμπεριφορά είναι καθοριστική. Αρκεί να σκεφθούμε ότι οι ίδιοι άνθρωποι, οι Έλληνες, μόλις βγουν από τα σύνορα, συμπεριφέρονται διαφορετικά: οδηγούν διαφορετικά, συμμορφούμενοι χωρίς δεύτερη σκέψη στα σήματα της τροχαίας, τηρούν την σειρά προτεραιότητας, σπουδάζουν με επιμέλεια και σημειώνουν εξαιρετικές επιδόσεις στα ξένα πανεπιστημιακά ιδρύματα, διακρίνονται στον επιχειρηματικό στίβο, στις τέχνες και τις επιστήμες. Είναι, επομένως, οι καλύτεροι θεσμοί που κάνουν την διαφορά.

Μπορεί η Ελλάδα να προχωρήσει στις αναγκαίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις; Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Εάν αναλογιστούμε την πορεία των τελευταίων σαράντα ετών, από την έναρξη της λεγόμενης μεταπολίτευσης μέχρι σήμερα, μπορούμε ασφαλώς να συμφωνήσουμε ότι υπήρξαν αποφάσεις και τομείς ιστορικής σημασίας, κυρίως στην έναρξη της περιόδου αυτής, όπως η ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ, η εγκαθίδρυση προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Ένωση, και σημαντικά επιτεύγματα, όπως η άρτια διοργάνωση της Ολυμπιάδας στην Αθήνα το 2004, που ενίσχυσε την εθνική αυτοπεποίθηση και την εικόνα της χώρας διεθνώς. Από την άλλη πλευρά, η δημιουργία και η πεισματική διατήρηση ενός υπερτροφικού και δυσλειτουργικού κράτους, η εισροή πακτωλού χρημάτων υπό μορφή επιδοτήσεων και δανείων, χρησιμοποιηθέντων σε μικρό σχετικά βαθμό για την δημιουργία υποδομών αλλά κυρίως για καταναλωτικούς σκοπούς και ο νομοτελειακά επελθών δημοσιονομικός εκτροχιασμός που οδήγησε σε πρωτοφανούς έκτασης και έντασης οικονομική κρίση, προκαλούν μελαγχολία και εμβάλλουν σε σοβαρές αμφιβολίες εάν η χώρα διαθέτει σήμερα, σε επαρκή βαθμό, την ικανότητα υλοποίησης αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.

Ανεξαρτήτως της όποιας αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας μπορεί να αισθάνεται κανείς ως προς την ικανότητα αυτή, το βέβαιον είναι ότι η ανάγκη ενός σαρωτικού μεταρρυθμιστικού κύματος είναι επιτακτική. Πρωταρχικός στόχος των αλλαγών πρέπει να είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, της ικανότητας δηλαδή παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών σε μία τέτοια σχέση ποιότητας και τιμής που θα επιτρέπει την διάθεσή τους στις άκρως ανταγωνιστικές, παγκοσμιοποιημένες αγορές. Μόνον έτσι θα επιτευχθεί η διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας, την οποία με λίαν επώδυνο τρόπο επιτύχαμε, θα αυξηθούν οι παραγωγικές θέσεις εργασίας και θα προκύψουν οι πόροι για να εκδηλωθεί αλληλεγγύη προς τα αδύνατα μέλη της κοινωνίας μας.

Ο θεμελιώδης αυτός στόχος είναι συνισταμένη πολλών παραγόντων. Ένας εξ αυτών είναι η πολιτική σταθερότητα, την οποία ελαφρά τη καρδία απειλούν όσοι, μη δυνάμενοι να περιμένουν την ολοκλήρωση της συνταγματικά καθοριζόμενης θητείας της Βουλής, χρησιμοποιούν κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο για την προαγωγή της στενής κομματικής ή ατομικής τους ωφέλειας με καταφανή ζημία για την γενικότερη πορεία του τόπου. Σε κάθε δημόσια συζήτηση θα έπρεπε να τίθενται ερωτήματα, όπως: πόσο σημαντική θεωρείτε την πολιτική σταθερότητα και ποιές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις προτείνετε για την ενίσχυσή της; Επίσης, ποιές άλλες διατάξεις του Συντάγματος θεωρείτε αναγκαίες για την αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος και της εν γένει οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους;

Πέραν της συνταγματικής αναθεώρησης, άλλα θέματα που πρέπει να διευκρινίζουν με σαφήνεια όσοι φιλοδοξούν να μας κυβερνήσουν έχουν σχέση με ερωτήματα, όπως: ποιά είναι τα τρία πρώτα μέτρα που θα λάβετε για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας; Με ποιους τρόπους θα προσελκύσετε επενδύσεις, ελληνικές και ξένες; Πως θα δημιουργήσετε νέες θέσεις εργασίας με προστιθέμενη αξία για την κοινωνία; Αναφέρατε τρία μέτρα (όχι περισσότερα, για να μην υπάρξει απεραντολογία) για την αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης, για την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, για την καλύτερη λειτουργία των πανεπιστημίων, κ.ο.κ.

Αυτό είναι το είδος των ερωτημάτων που μπορεί να επικεντρώσει την συζήτηση στα πράγματι σημαντικά και να συμβάλει στην ουσιαστική ενημέρωση των πολιτών/ψηφοφόρων. Αντί οι διάφοροι τηλεοπτικοί παρουσιαστές και αναλυτές να ασχολούνται με την ανάδειξη ευφυολογημάτων και την διάδοση απαράδεκτης λασπολογίας, αντί να υποθάλπουν πολιτικές κοκκορομαχίες και να προβαίνουν σε ρηχούς σχολιασμούς περί ασήμαντων προσώπων και πραγμάτων, καλό θα ήταν να προβάλουν τις εναλλακτικές προτάσεις για τα κρίσιμα θέματα και να βοηθήσουν τους θεατές, ακροατές ή αναγνώστες να αντιληφθούν τις λογικές συνέπειες κάθε πρότασης. Μόνον καλά ενημερωμένοι πολίτες μπορούν να κρίνουν και να επιλέξουν σωστά, να επιβάλουν στους πολιτικούς υπέρβαση των προσωπικών και κομματικών αντιζηλιών και να δημιουργήσουν έδαφος πρόσφορο για την υλοποίηση απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων.

 

kchristidis@hotmail.com