Γράφει ο Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος
Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 27 Οκτωβρίου 2014
Το ελληνικό χρέος αντιπροσωπεύει το 170% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας – ποσοστό το οποίο μεταφράζεται σε περίπου 310 δισεκατομμύρια ευρώ. Αν στο χρέος αυτό προσθέσουμε και τα ασφαλιστικά ελλείμματα, τότε φθάνουμε αισίως στα 320 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό κολοσσιαίο για μία χώρα 11 εκατομμυρίων ανθρώπων, από τους οποίους, τελικά, παράγει και εργάζεται μόνον το 10%!
Σαφώς, λοιπόν, κάποιοι διεθνείς και μη οικονομολόγοι θέτουν το θέμα της βιωσιμότητας του προαναφερθέντος χρέους, η οποία εξαρτάται τόσο από τις παραγωγικές προοπτικές της χώρας και της οικονομίας της όσο και από την δημοσιονομική της διαχείριση, η οποία για μία μακρά περίοδο θα πρέπει να είναι πλεονασματική. Κάποιοι άλλοι οικονομολόγοι, για λόγους εντυπωσιασμού, αφήνουν κατά μέρος την παραγωγική και δημοσιονομική πτυχή του χρέους και τονίζουν ότι το πρόβλημα θα λυθεί ως διά μαγείας αν ένα μέρος του ελληνικού χρέους διαγραφεί.
Από την πλευρά της, η ελληνική κυβέρνηση ομιλεί γενικώς και αορίστως για έξοδο από το μνημόνιο, διαπραγματεύσεις και άλλα παρόμοια, αλλά, από επικοινωνιακής πλευράς, σε καμία περίπτωση δεν προβάλλει την κατάσταση όπως ακριβώς έχει. Αφήνει έτσι το πεδίο ελεύθερο σε λαϊκιστές και λοιπούς γελωτοποιούς να λένε «το κοντό τους και το μακρύ τους» και, βέβαια, να παραπλανούν μία κοινή γνώμη που σε μεγάλο βαθμό …άλλο πού δεν θέλει.
Με βάση τα όσα προηγούνται, κρίνουμε σκόπιμη την παράθεση σειράς δεδομένων για το ελληνικό δημόσιο χρέος και όποιος θέλει ας καταλάβει την πραγματικότητα.
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το δημόσιο χρέος μας, σε ποσοστό πάνω από 80%, βρίσκεται στα χέρια κυβερνήσεων και θεσμικών πιστωτών της χώρας, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ESM / EFSF). Επίσης, οι παράμετροι του χρέους αυτού είναι πολύ καλές τόσο από πλευράς επιτοκίου όσο και στο επίπεδο της διάρκειας και της κλιμακώσεως των λήξεων. Έτσι, υπολογιζόμενο με όρους καθαρά παρούσας αξίας (NPV), το χρέος μας διαθέτει υγιή χαρακτηριστικά και είναι μικρότερο από αντίστοιχα χρέη άλλων υπερχρεωμένων ευρωπαϊκών χωρών.
Αυτή την διάσταση του ελληνικού χρέους έχει κατ’ επανάληψη υπογραμμίσει ο κ. Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM και εκπρόσωπος έτσι του βασικού θεσμικού επενδυτή στην χώρα μας. Εξάλλου, η προληπτική γραμμή στήριξης που εξασφάλισε η χώρα μας στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες επιβεβαιώνει ότι το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα δεν είναι το χρέος και η βιωσιμότητά του, αλλά οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις για να μπορέσει η οικονομία να αφήσει πίσω της την ύφεση και την εξ αυτής παραγόμενη ανεργία.
Η χώρα χρειάζεται ριζική αναδιάρθρωση του παραγωγικού της ιστού, με νέες επιχειρήσεις ικανές να παράγουν υπεραξίες, παράλληλα δε ζωτική είναι η ανάγκη να «εξοντωθούν» γραφειοκρατία και πολυνομία. Σε πολιτικό επίπεδο, πρέπει ο λαός με την ψήφο του να αποβάλει από την Βουλή των Ελλήνων τους ανθρώπους του πελατειακού συστήματος, της διαπλοκής και του άκρατου λαϊκισμού. Το έργο αυτό είναι τιτάνιο. Σε μυθολογικό επίπεδο, ισοδυναμεί με άθλο του Ηρακλέους. Η προσπάθεια, όμως, μπορεί να αρχίσει. Ο στρατηγός ντε Γκωλ, όταν αναλάμβανε τα ηνία της καταρρέουσας Γαλλικής Δημοκρατίας, είχε πει ότι μία μακρά και επίπονη πορεία «αρχίζει από το πρώτο βήμα».
Και αυτό το πρώτο βήμα η υπό τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά η παρούσα κυβέρνηση μπορεί να το κάνει. Αντί να εμπλέκεται στα λαϊκίστικα πολιτικά παιχνίδια των ανθρώπων της διαπλοκής και του άκρατου λαϊκισμού, ο πρωθυπουργός, πριν ανατραπεί από τον οχετό του λαϊκισμού και της αφροσύνης, μπορεί να αντισταθεί και να μιλήσει έξω από τα δόντια. Πρέπει να πείσει ότι, χωρίς παραγωγή πλούτου, η χώρα θα παραπαίει όσα χρέη και να της χαριστούν. Θα είναι ένα είδος καταναλωτικού εκτρώματος σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Παράλληλα, καλώντας κάθε Έλληνα σε μία παραγωγική ανατροπή, ο κ. Σαμαράς θα μπορέσει, πιθανότατα, να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους μας ότι το χρέος και η αποπληρωμή του πρέπει να επιμηκυνθούν με τρόπο τέτοιον ώστε να είναι εφικτή η παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας.
Πολύ σημαντική, από την άποψη αυτή, είναι η πρόταση του καθηγητή και πρώην προέδρου του ΚΕΠΕ κ. Παναγιώτη Κορλίρα, ο οποίος θεωρεί ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί και πρέπει να πείσει τους Ευρωπαίους ότι είναι αμοιβαίως συμφέρον να μετατεθεί χρονικά το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμών τόκων και να παγώσουν οι πληρωμές για χρεολύσια τουλάχιστον για τα επόμενα δέκα χρόνια, χωρίς σε αυτή την περίπτωση να χρειάζεται μείωση του επιτοκίου. Παράλληλα, την ίδια περίοδο θα μπορούν να δημιουργούνται πρωτογενή πλεονάσματα κάτω του 3% του ΑΕΠ, τα οποία θα διοχετεύονται σε δράσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία στην ανάπτυξη της οικονομίας. Με τον τρόπο αυτόν δεν προκαλούνται ζημίες στους δανειστές αφού οι πληρωμές τόκων και χρεολυσίων απλώς μετατίθενται χρονικά, ενώ δεν θα προκύπτουν νέες χρηματοδοτικές δεσμεύσεις από την πλευρά τους.
Όταν η Ελλάδα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης θα μπορεί να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της – αλλά, στο μεταξύ, τα ποσά, ως τόκοι και χρεολύσια, που θα πήγαιναν στην εξυπηρέτηση του χρέους, θα χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Την ίδια περίοδο, αν κατατροπωθεί το γραφειοκρατικό απόστημα, η χώρα θα μπορέσει να αξιοποιήσει αναπτυξιακά ευρωπαϊκά κονδύλια και να προσελκύσει επενδύσεις που τόσο τις έχει ανάγκη. Υπό αυτές τις συνθήκες, κάποιοι εκπρόσωποι του λαού στο Κοινοβούλιο έχουν ιστορικές ευθύνες.

Got something to say? Go for it!