Γράφει ο Κυριάκος Μητσοτάκης*

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 23 Ιανουαρίου 2015

euro

Ο Σύριζα έχει αναγάγει τη διαγραφή του Ελληνικού χρέους στο υπ’ αριθμόν ένα ζήτημα της Ελληνικής οικονομίας. Πίσω από αυτή την άποψη κρύβονται δύο υποθέσεις. Πρώτον, ότι η Ελλάδα μπορεί να πετύχει μία τέτοια διαγραφή. Και δεύτερον, ότι αν τα καταφέρει, θα έχει ως δια μαγείας λυθεί το πρόβλημα της χώρας. Μειώστε το – κουρέψτε το – εξαφανίστε το! Σε αυτές τις φράσεις εξαντλείται η προεκλογική ρητορική των στελεχών του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που έχει γίνει σχεδόν κυρίαρχη στη δημόσια σφαίρα. Αυτή είναι η λύση που προτείνει. Είναι όμως τόσο απλά τα πράγματα;

Πράγματι, ως ποσοστό του ΑΕΠ, το Ελληνικό χρέος είναι πολύ υψηλό. Όμως το Ελληνικό χρέος έχει χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν από τα δημόσια χρέη άλλων κρατών. Είναι πια ως επί το πλείστον διακρατικό, το οποίο σημαίνει ότι είναι λιγότερο εκτεθειμένο στους ανέμους των αγορών. Και έχει πολύ χαμηλά επιτόκια που κάνουν την εξυπηρέτηση του λιγότερο επαχθή. Για τα επόμενα χρόνια θα δαπανούμε για την εξυπηρέτηση του περίπου 4% του ΑΕΠ, ποσοστό που είναι χαμηλότερο από αυτό χωρών όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.

Προφανώς και μία ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να επιζητηθεί. Όμως το ελληνικό χρέος δεν μπορεί να κουρευτεί στο σύνολο του. Αυτό το γνωρίζουν όλοι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αυτό που μπορεί να γίνει, και έχει ήδη συζητηθεί, είναι ένα έμμεσο κούρεμα μέσω της επιμήκυνσης της περιόδου αποπληρωμής του χρέους και της περεταίρω μείωσης των επιτοκίων. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα χρειασθεί να πετυχαίνουμε τόσο φιλόδοξους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων και θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε χρήματα στην οικονομία, μειώνοντας φορολογικούς συντελεστές για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Πίσω από την εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ να αναγάγει το δημόσιο χρέος στο κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας κρύβεται η αδυναμία του να πει οτιδήποτε για το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας: πως θα ανασυγκροτήσουμε τον παραγωγικό ιστό ώστε να αποκτήσουμε μία οικονομία που θα παράγει ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες. Μιλώντας μόνο για τον αριθμητή του κλάσματος, το χρέος, έχει το καλύτερο άλλοθι να μην μιλάει για τον παρανομαστή, το ΑΕΠ. Γιατί την Αριστερά δεν την ενδιέφερε ποτέ πως θα μεγαλώσει η πίττα, αλλά μόνο πως θα την μοιράσει.

Αλλά για να μιλήσει για τον παρανομαστή θα έπρεπε ο κ. Τσίπρας να αλλάξει το DNA του κόμματος του. Πως να μιλήσει για επενδύσεις, όταν έχει αντιταχθεί δημόσια και στην παραμικρή απόπειρα οποιασδήποτε επένδυσης που έχει γίνει στον τόπο; Πως να μιλήσει για την ιδιωτική πρωτοβουλία, όταν και η φράση αυτή ακόμα του προκαλεί αλλεργία; Ο κ. Τσίπρας είναι επικεφαλής μίας παράταξης που έχει αντικαταστήσει τη ρήση του Διονυσίου Σολωμού «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθές» με «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ότι είναι κρατικό». Και συνήθως δανεικό.

Μόνο η επιχειρηματικότητα και η απελευθέρωση των υγιών δυνάμεων αυτού του τόπου από τα δεσμά του κρατισμού μπορούν να εγγυηθούν καλύτερες μέρες για τους Έλληνες. Η καταπολέμηση της μάστιγας της ανεργίας μπορεί να έρθει μόνο μέσα από επενδύσεις που θα αξιοποιήσουν τα σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της πατρίδας μας. Από πρωτοβουλίες του ιδιωτικού τομέα που προϋποθέτουν βέβαια χρηστή διοίκηση και ορθολογική διαχείριση του δημοσίου. Στοιχεία που συνιστούν μονόδρομο για την εξοικονόμηση πόρων και τη μείωση των φόρων. Και για αυτά δυστυχώς μιλήσαμε λίγο στην προεκλογική περίοδο που τελειώνει σήμερα.

Το δημόσιο χρέος χρησιμοποιήθηκε ως ένα εξαιρετικό άλλοθι για να μη μιλήσουμε για την ουσία του προβλήματος. Τη Δευτέρα το πρωί τα ψέματα τελειώνουν. Με την ψήφο της πλειοψηφίας των πολιτών, η Νέα Δημοκρατία θα κινηθεί ταυτόχρονα προς την ελάφρυνση του χρέους, αλλά – κυρίως – προς την αύξηση του ΑΕΠ, με βάση ένα σύγχρονο, εθνικό εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο. Σε αντίθετη περίπτωση, θα συζητάμε για το χρέος την ώρα που η πραγματική οικονομία θα αφανίζεται…

 

*Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Υποψηφίου Βουλευτού ΝΔ Β’ Αθηνών