Γράφει ο greek skeptic
Δημοσιεύθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2015
Σε πολιτικές συζητήσεις με φίλους τους λέω πως η Ελλάδα έχει, αν όχι όλα, τότε σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά της Σοβιετικής Ένωσης. Μου λένε πως υπερβάλλω.
Φοβάμαι όμως πως δεν κάνω λάθος και θα εξηγήσω κοιτώντας τα χαρακτηριστικά της Σοβιετικής Ρωσίας και της Σοβιετικής Ελλάδας.
Πριν ξεκινήσω την απαρίθμηση είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσω πως δεν μιλάω αποκλειστικά για την Ελλάδα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Το κακό άρχισε από τον εμφύλιο και μετά. Ο εμφύλιος όπου μια μικρή μειοψηφία προσπάθησε, με τη βοήθεια της Σταλινικής Σοβιετικής Ένωσης, να καταλάβει το πολίτευμα με τη βία. Απέτυχε. Στα χαρτιά τουλάχιστον διότι στα χρόνια που ακολούθησαν η αριστερά όχι μόνο «ξεπλύθηκε» από το στίγμα της απόπειρας, αλλά βγήκε και «από πάνω» τόσο στη συνείδηση του κόσμου όσο και στην Ελληνική ιστορία όπως αυτή μεταδόθηκε επίσημα. Αντί να καταδικάσουμε τη προσπάθεια κατάληψης της δημοκρατίας, αγιοποιήσαμε τους αριστερούς που προσπάθησαν να την καταλάβουν.
Αλλά δεν είναι αυτός ένας από τους λόγους που είμαστε ένα αντίγραφο του Σοβιέτ ούτε και με ενδιαφέρει να επεκταθώ στα του εμφυλίου, όχι σε αυτό το άρθρο.
Οι λόγοι για τους οποίους είμαστε ένα Ελληνικό Σοβιέτ είναι οι εξής:
Το μέγεθος του Ελληνικού κράτους: Μετά την απογραφή υπολογίζεται, γιατί ακόμα και τώρα δεν έχουμε ένα καταληκτικό νούμερο, πως οι δημόσιοι υπάλληλοι σε αυτή τη χώρα είναι περίπου 1.000.000. Όταν το συνολικό εργατικό δυναμικό είναι 5.000.000 καταλαβαίνουμε πως το 1/5 είναι υπάλληλοι του δημοσίου, ένα δυσανάλογα μεγάλο νούμερο. Η συντριπτική πλειοψηφία μπήκε χαριστικά, εκτός νομίμων διαδικασιών, επειδή είχαν «βίσμα». Σαν να μην έφτανε αυτό, προστατεύονται από τα κόμματα που τους τοποθέτησαν και είναι ακλόνητοι ακόμα και όταν έχει φανεί πως είναι εγκληματίες. Ο αριθμός τους και μόνο δεν αφήνει αμφιβολία πως πολλοί εξ αυτών καλύπτουν ανύπαρκτες θέσεις, είναι ανεύθυνοι και αντιπαραγωγικοί. Η διάθεση να τακτοποιήσουμε όλο αυτό τον κόσμο στο δημόσιο και η αναγκαστική διάχυση των εργασιών, δημιούργησε μια τρομακτική γραφειοκρατία όπου για μια απλή δουλειά χρειάζεσαι 10 υπογραφές και έξι σφραγίδες. Αυτή η γραφειοκρατία, χωρίς να είναι ο μόνος λόγος, γέννησε το τέρας της διαφθοράς. Είναι λογικό ο πολίτης, ψάχνοντας ένα τρόπο να βγει από τον γραφειοκρατικό λαβύρινθο να είναι θετικός στο να πληρώσει ένα «γρηγορόσημο» και έτσι να ταΐσει το διεφθαρμένο τέρας. Ναι, τα κόμματα που κυβέρνησαν είναι κατά κύριο λόγο υπεύθυνα για αυτή τη κατάσταση, αλλά ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Όταν στη Βουλή τοποθετούνται άτομα με βάση την αναλογία των ψήφων που πήρε το κάθε κόμμα, από όλα τα κόμματα, με τη σύμφωνη γνώμη τους για το σύστημα μοιρασιάς αλλά και για τις τοποθετήσεις, τότε δεν υπάρχουν αμφιβολίες πως παρόμοιες συμφωνίες ίσχυαν σε όλες τις ποθητές θέσεις. Αυτή τη δομή είχε και το σοβιετικό κράτος.
Να τονίσουμε πως δεν είναι όλοι οι ΔΥ τοποθετημένοι παράτυπα και σίγουρα υπάρχουν και αυτοί που έχουν και όρεξη για δουλειά και ήθος. Δυστυχώς μοιάζουν να είναι η μειοψηφία. Μακάρι να κάνω λάθος.
Το κράτος εν κράτη του συνδικαλισμού: Στην Ελλάδα η δύναμη του συνδικαλισμού είναι εντυπωσιακή. Σε αντίθεση με το παραδοσιακό ρόλο του συνδικαλιστή που κοιτάζει το συμφέρον του εργάτη, το μόνο μέλημα των Ελλήνων συνδικαλιστών είναι η εφαρμογή των οδηγιών του κόμματος στο οποίο ανήκε, με κάθε τρόπο και κάθε κόστος. Πολύ συχνά έκανε ότι του έλεγε αυτό το κόμμα, ακόμα και παράνομα ή αντιδημοκρατικά και το συμφέρον του εργάτη έρχονταν δεύτερο, αν υπολογίζονταν έστω και ελάχιστα. Σύνηθες ήταν ο εργάτης να χρησιμοποιηθεί σαν εργαλείο, σαν όπλο για να χτυπηθεί το αντίπαλο κόμμα. Οι συνδικαλιστές αυτοί αμείβονταν με πολύ υψηλότερους μισθούς από τους άλλους εργάτες, όχι μόνο χωρίς να κάνουν περισσότερη δουλειά, αλλά πολλές φορές μη κάνοντας καμία απολύτως. Η θέση τους στο κόμμα ήταν αρκετή για να τρέχει ο μισθός και να τους προσφερθεί μια βουλευτική έδρα αργότερα. Αυτή ήταν η ανταμοιβή. Έτσι δούλευε ο συνδικαλισμός στο Σοβιέτ.
Τα κόμματα δεν είχαν διαφορές: Παρά τις ιδεολογικές διαφορές των κομμάτων, όταν έρχονταν στην εξουσία ακολουθούσαν την ίδια πολιτική. Με μοναδικό στόχο την παραμονή τους όσο το δυνατόν περισσότερο στην εξουσία, ακολουθούσαν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τον ίδιο δρόμο, αυτόν της εξαγοράς ψήφων με αντάλλαγμα παροχές. Ο δικομματισμός λειτούργησε ευεργετικά στις νεποτιστικές τάσεις των δύο μεγάλων κομμάτων και έτσι καταλήξαμε, αυτή η βουλή, να είναι η πρώτη μετά από δεκαετίες που δεν περιέχει γόνο Παπανδρέου. Με άλλα λόγια, τα δύο μεγάλα κόμματα ήταν «ένα και το αυτό» με διαφορετικά συνθήματα που ακούγονταν μόνο κατά τη προεκλογική περίοδο. Μετά της εκλογές γίνονταν η μοιρασιά της πίτας από όλους τους συμμετέχοντες. Το Σοβιετικό σύστημα είχε ένα κόμμα, όπως τελικά είχαμε και εμείς.
Οι εκλογικοί νόμοι: Τα κόμματα άλλαζαν τους εκλογικούς νόμους κατά το δοκούν με μοναδικό συμφέρον την δική τους παραμονή στην εξουσία ή την ελάχιστη δυνατή παραμονή του αντιπάλου. Το σημερινό σύστημα των 50 εδρών bonus είναι χαρακτηριστικό δείγμα. Οι νόμοι είναι έτσι φτιαγμένοι ώστε ένα μικρό αντισυστημικό κόμμα να μην μπορεί να διακριθεί. Το ίδιο και στο Σοβιετικό «εκλογικό» σύστημα.
Διαχωρισμός εξουσιών: Στην ουσία δεν υπάρχει κανένας. Το κράτος ελέγχει όλες τις εξουσίες, από την Αστυνομία και τα Δικαστήρια, μέχρι τα ΜΜΕ. Τα μεν δύο πρώτα με απ’ ευθείας τοποθετήσεις ανθρώπων πιστών στο κόμμα, που άλλαζαν μετά από κάθε μεταβίβαση της εξουσίας ανεξαρτήτως ικανότητας και αποδοτικότητας, μέχρι τη συνεχόμενη ροή χρήματος μέσω των διαφημίσεων στα ΜΜΕ αλλά και το θολό έως ανύπαρκτο καθεστώς αδειών που μπορεί να εξυπηρετούσε τους καναλάρχες, αλλά στην ουσία ελέγχονταν από τα συμφέροντα του κυβερνώντος κόμματος.
Τα Πανεπιστήμια: Η λέξη «ανεξαρτησία» δεν θα μπορούσε ποτέ να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με τη λέξη πανεπιστήμιο. Εδώ και χρόνια οι κομματικοί στρατοί ελέγχουν ποικιλοτρόπως τα πανεπιστήμια στα οποία η ποιότητα εκπαίδευσης έχει πέσει τόσο χαμηλά ώστε να μην είναι πλέον ανταγωνιστικά με τα υπόλοιπα του δυτικού κόσμου. Τα διοικητικά στελέχη που διορίζονταν στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως και στο υπόλοιπο δημόσιο, ανήκαν στο κυβερνών κόμμα και οι προτεραιότητές τους ήταν πρώτα σε αυτό και μετά στο πανεπιστήμιο.
Η επιχειρηματικότητα: Ή μάλλον η δαιμονοποίησή της. Οι λέξεις «επιχειρηματίας», «κέρδος», «κερδοσκόπος» είναι βρισιές στην Σοβιετική Ελλάδα. Η ιδέα πως κάποιος θα επενδύσει δικά του χρήματα για να βγάλει περισσότερα είναι το ίδιο κατάπτυστη με τη συμπεριφορά ενός εγκληματία. Η ιδέα πως το χρήμα βγαίνει με δουλειά έρχεται σε αντίθεση με τη πάγια τακτική των κομμάτων να προσφέρουν δουλειά, και συνεπώς χρήμα, μέσω της ανταλλαγής ψήφων με παροχές. Αντιθέτως, το όνειρο χιλιάδων Ελλήνων ήταν και είναι (αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών), η μονιμοποίησή τους στο δημόσιο και η αποποίηση κάθε ευθύνης και άγχους για τα προς το ζην. Στη Σοβιετική Ελλάδα το «λαμόγιο» είναι που αποτελεί αντικείμενο πόθου και όχι ο επιτυχημένος επιχειρηματίας ο οποίος, λέει ο σοφός λαός, έχει οπωσδήποτε κλέψει το κράτος ή εκμεταλλευτεί τον υπάλληλό του. Στο μυαλό του Έλληνα κανείς δεν μπορεί να διακριθεί αν δεν κλέβει με κάποιο τρόπο. Σε όσους δεν μπορούσε να «κολλήσει» τέτοιος χαρακτηρισμός αυτομάτως έμπαιναν στην κατηγορία της «αδερφής». Αλλά ακόμα και ο ελάχιστος ιδιωτικός τομέας της Ελλάδας, σε μεγάλο βαθμό, είναι απόλυτα εξαρτημένος από το κράτος. Δεν είναι μόνο οι προμήθειες και οι απ’ ευθείας αναθέσεις, αλλά και ο εναγκαλισμός με τη διαφθορά, είτε προκειμένου να επιβιώσουν, είτε για να μεγαλώσουν τις επιχειρήσεις. Το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο του Ελληνικού Σοβιέτ.
Στην Ελλάδα βλέπουμε ένα εντυπωσιακό συνδυασμό των κακών χαρακτηριστικών του καπιταλισμού (διαφθορά, διαπλοκή, υπερκαταναλωτισμός) χωρίς τα θετικά του όπως το υψηλό βοιοτικό επίπεδο, η υγιής παραγωγικότητα, το κράτος που εργάζεται για τον πολίτη και όχι το αντίθετο, την καινοτομία και την έρευνα.
Παράλληλα, έχουμε υιοθετήσει όλα τα αρνητικά του Σοβιετικού μοντέλου όπως τα είδαμε παραπάνω, χωρίς τα ελάχιστα θετικά του όπως ανώτατη εκπαίδευση υψηλού επιπέδου.
Δεν είναι περίεργο που το Ελληνικό μοντέλο κατέρρευσε. Δεν είναι επίσης περίεργο που ο Έλληνας αρνείται να το δει και αδυνατεί να κάνει κάτι για να αντιστρέψει τη πορεία προς το γκρεμό.
Έχουμε ελπίδες; Ίσως. Έχουμε χρόνο; Όχι πια.
Πηγή: greek skeptic
Got something to say? Go for it!