Γράφει ο Χριστόφορος Χ. Ματιάτος
Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 24 Μαρτίου 2015
Όπως είναι γνωστό, η Ελληνική Επανάσταση άρχισε στη σημερινή Ρουμανία, τότε οθωμανικό έδαφος κάτω από ειδικό καθεστώς, όταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εισήλθε στο Ιάσιο, τέλη Φεβρουαρίου του 1821. Σε προκήρυξη του, αναφέρεται επανειλημμένα στην Ευρώπη. Την επικαλείται για να φέρει στο φιλότιμο τους Έλληνες: «Η Ευρώπη, προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της προς ημάς απορεί δια την ακινησίαν μας». Εγγυάται δε για τα αισθήματα της: «Οι φωτισμένοι λαοί της Ευρώπης… πλήρεις ευγνωμοσύνης δια τας προς αυτούς των προπατόρων μας ευεργεσίας, επιθυμούσι την ελευθερίαν της Ελλάδος». Από την αρχή λοιπόν του αγώνα, ο ευρωπαϊκός χαρακτήρας του διαφαίνεται, επισημαίνεται, τονίζεται. Του δίνει μια σημαντική διάσταση, ένα ιδιαίτερο νόημα. Τον εντάσσει σ’ ένα γενικότερο γεωγραφικό, ιστορικό, πολιτικό πλαίσιο. Η Ευρώπη αποτελεί σημείο αναφοράς, πηγή εμπνεύσεως, πόλο έλξεως για το έθνος που ξεσηκώνεται.
Γνωστό είναι επίσης ότι η προσπάθεια του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία δεν ευδοκίμησε. Η Επανάσταση όμως στην Ελλάδα είχε καλύτερη και περισσότερη τύχη (αν και δεν επρόκειτο μόνον περί τύχης). Ήδη με την έναρξη των γεγονότων στην Πελοπόννησο, την ίδια συμβολική, μεγάλη μέρα της 25ης Μαρτίου 1821, η Ευρώπη θα είναι στις σκέψεις και στις πράξεις των επαναστατημένων Ελλήνων. Ο «φιλογένης Αρχιστράτηγος των Σπαρτιάτικων στρατευμάτων Πέτρος Μαυρομιχάλης και η Μεσσηνιακή Γερουσία στην Καλαμάτα» απηύθυναν προκήρυξη «Προς τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς» που κατέληγε: «Διό παρακαλούμεν την συνδρομήν όλων των εξευγενισμένων Ευρωπαϊκών εθνών…». Το κείμενο δεν παραλείπει, αφ’ ενός να υπενθυμίσει στους αποδέκτες ότι κάτι μας οφείλουν, αφ’ ετέρου να τους βεβαιώσει ότι οι Έλληνες δε θα είναι αγνώμονες: «Δικαίω τω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και εσείς εφωτίσθητε, απαιτεί όσον τάχιστα την φιλάνθρωπον συνδρομήν σας, διά την οποίαν και ημείς θέλομεν δείξει εν καιρώ πραγματικώς την ευγνωμοσύνην μας».
Η Ευρώπη δεν ήταν παρούσα στην Καλαμάτα μόνο. Λίγο αργότερα «αι τρείς θαλασσοκρατούσαι νήσοι» (Ύδρα, Σπέτσαι, Ψαρά), όπως γράφει ο Σπυρίδων Τρικούπης, εφοδίασαν με διπλώματα τα πλοία τους, όπου, μεταξύ άλλων, προστίθεται: «Παρακαλούμεν τους άρχοντας των θαλασσίων και ηπειρωτικών Δυνάμεων πασών των Ευρωπαϊκών εξουσιών… να μη επιφέρωσι κανένα εμπόδιον εις το πλοίον τούτο…». Συγχρόνως, άλλο έγγραφο, απευθυνόμενο στους «Εντιμοτάτους κυρίους καπητάνους του Ελληνικού στόλου» τους έκανε κάποιες υποδείξεις: «Τα πολιτισμένα έθνη της Ευρώπης θέλουν βέβαια ευφημίσει την απόφασιν μας [για την επανάσταση]’ πρέπει όμως και ημείς να πορευθώμεν προς αυτά με όλην την υπόκλισιν, σεβόμενοι τα δικαιώματα των και προσφέροντες ανήκουσαν ευλάβειαν εις την ουδετερότητα των».
Η παρουσία της Ευρώπης ως χώρου στον οποίο θέλει να ανήκει η Ελλάδα, ως φορέα αξιών τις οποίες επιθυμεί να μοιραστεί, θα είναι πιο έντονη, πιο επίσημη στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της 15ης Ιανουαρίου 1822, έργο «της εν Επιδαύρω Α’Εθνικής Συνελεύσεως». Αρχίζει: «Απόγονοι του σοφού και φιλανθρώπου Έθνους των Ελλήνων, σύγχρονοι των νυν πεφωτισμένων και ευνομούμενων λαών της Ευρώπης και θεαταί των καλών, τα οποία ούτοι υπό την αδιάρρηκτον των νόμων Αψίδα απολαμβάνουσιν, ήτον αδύνατον πλέον να υποφέρωμεν μέχρι αναλγησίας και ευηθείας την σκληράν του Οθωμανικού Κράτους μάστιγα, ήτις ήδη τέσσαρας περίπου αιώνας επάταξε τας κεφαλάς ημών…»
Η Διακήρυξη εξηγεί ότι του αγώνα κατά των Τούρκων «…η μόνη αιτία είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ημών ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιμής, τα οποία… την σήμερον όλοι οι ευνομούμενοι και γειτονικοί λαοί της Ευρώπης τα χαίρουσιν…». Το κείμενο επανέρχεται άλλη μία φορά σε κάτι που προφανώς είναι σημαντικό για τους συντάκτες, τονίζοντας ότι: «Από τοιαύτας αρχάς των φυσικών δικαίων ορμώμενοι και θέλοντες να εξομοιωθώμεν με τους λοιπούς συναδέλφους μας Ευρωπαίους χριστιανούς, εκινήσαμεν τον πόλεμον κατά των Τούρκων…». Ευθέως, γίνεται λόγος για εξομοίωση προς τους Ευρωπαίους: εξομοίωση-ιδανικό, εξομοίωση-επιθυμία, εξομοίωση-στόχο. Και εξομοίωση «με τους λοιπούς συναδέλφους μας Ευρωπαίους». Κάθε λέξη της φράσεως έχει το ιδιαίτερο βάρος της. «Λοιποί… Ευρωπαίοι» σημαίνει ότι οι τότε Έλληνες θεωρούσαν τους εαυτούς τους αναμφισβητήτως, απολύτως Ευρωπαίους. Τους δε άλλους Ευρωπαίους, τους θέλουν αδελφούς, δικούς τους αδελφούς. Επ’ ουδενί λόγω θα ήθελαν να δεχτούν πως είναι ανάδελφοι, ιδιότητα που σε δύσκολους καιρούς δεν εμπνέει, δε βοηθάει, δε στηρίζει.
Σε τέτοιους καιρούς άλλωστε, η ανάγκη συνδρομής, συμπαράστασης, συμπαράταξης και απλής συμπάθειας οδηγεί κάποτε τους λαούς σε ακραίες επιλογές δυσνόητες ή ακατανόητες μετά το τέλος της κρίσης. Υπενθυμίζεται η πράξη της 24ης Ιουλίου 1825 που υπογράφτηκε από τους επιφανέστερους και πιο αντιπροσωπευτικούς των Ελλήνων στην πιο μαύρη φάση του αγώνα. Μ’ αυτήν γινόταν γνωστό ότι «το ελληνικόν έθνος θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της ιδίας ελευθερίας, ανεξαρτησίας και πολιτικής του υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Α.Μ. του Γεωργίου Δ’» (του τότε βασιλέα της Μεγάλης Βρετανίας).
Πάντως, οι Έλληνες του 1821 φαίνεται να είχαν συναίσθηση της ευρωπαϊκής τους ταυτότητας, πολύ περισσότερο απ’ ότι θα ήθελαν να τους αναγνωρίσουν κάποιοι επίγονοι. Θα ήταν απογοητευτικό, θα ήταν κρίμα, θα ήταν λάθος, θα ήταν κακό να την εκθέσουμε σε κινδύνους σήμερα.
Got something to say? Go for it!