Γράφει ο Κώστας Χριστίδης
Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 17 Ιουλίου 2015
Οι καταιγιστικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών δημιουργούν ένα εντελώς νέο πολιτικό και οικονομικό σκηνικό. Κατ’ αρχάς με την συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών τα ξημερώματα της 13ης Ιουλίου 2015 φαίνεται ότι μειώνεται ο κίνδυνος μιας άτακτης χρεωκοπίας και της επιστροφής στην δραχμή. Αυτό, σε πρώτη φάση, δημιουργεί μία βαθειά ανακούφιση. Δημιουργεί, επίσης, σε πολλούς την ανάγκη μιας εκ νέου νοερής ευχαριστίας προς αυτούς που έβαλαν την χώρα, κατά Πρώτον λόγο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, κατά δεύτερο λόγο, στην Ευρωζώνη. Αν δεν υπήρχε αυτό το σωτήριο ανάχωμα από το οποίο κρατηθήκαμε την τελευταία στιγμή, θα βρισκόμασταν ήδη στο βάθος της αβύσσου.
Μέσα στις τεράστιες ευθύνες που βαρύνουν τον Σύριζα και προσωπικά τον κ. Τσίπρα, τόσο για την εμπρηστική ρητορική όσο και για τις ανενδοίαστες ψευδολογίες, προεκλογικά και μετεκλογικά, πρέπει να αποδοθεί και ένας έπαινος στον πρωθυπουργό, ο οποίος, μετά από μία μακρά περίοδο διβουλίας, προχώρησε τελικά στην λιγότερο κακή επιλογή, αυτήν της συμφωνίας.
Θετική είναι, επίσης, η συμπεριφορά των τριών φιλοευρωπαϊκών κομμάτων του Κοινοβουλίου (ΝΔ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ) που στήριξαν με την ψήφο τους την συμφωνία, παρα τα όσα τους «έσουρνε» μέχρι χθες η κυβερνητική πλευρά, με χαρακτηρισμούς όπως: «συνένοχοι των μνημονίων», «ντουντούκες των δανειστών» κ.λπ. Φαίνεται ότι δημιουργείται έτσι μία ελάχιστη συναίνεση ευρωπαϊκού προσανατολισμού, η οποία πλέον περιλαμβάνει και μεγάλο κομμάτι του Σύριζα. Εκτός παραμένουν η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ (με την προσθήκη του 1/3 περίπου της κοινοβουλευτικής ομάδας του Σύριζα), επιβεβαιώνοντας (και) με τον τρόπο αυτό την de facto ύπαρξη των δύο άκρων.
Για να είναι όμως διατηρήσιμη η ελάχιστη αυτή φιλοευρωπαϊκή συναίνεση, πρέπει να στηρίζεται στην αποδοχή ορισμένων αρχών και αξιών, στις οποίες έχει θεμελιωθεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Μεταξύ αυτών είναι η δημοκρατική αρχή, το κράτος δικαίου (θέσπιση και τήρηση κανόνων), τα ανθρώπινα δικαιώματα, η διαφάνεια. Στον οικονομικό τομέα, αδιαπραγμάτευτες αρχές είναι η ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων, αγαθών και κεφαλαίων και η τόνωση του ανταγωνισμού. Είναι λίαν αμφίβολο εάν ο Σύριζα, ακόμη και μετά τις αποχωρήσεις των νεοκομμουνιστών, αποδέχεται τις θεμελιώδεις αυτές οικονομικές αρχές.
Γενικότερα, ο συγκρουσιακός και ανορθολογικός τρόπος του σκέπτεσθαι και πράττειν της Αριστεράς είναι σαφώς καταλληλότερος για αντιπολιτευτική παρά για κυβερνητική δράση. Ήρκεσαν πέντε μήνες του Σύριζα στην εξουσία για να οδηγηθούμε σε τριτοκοσμικές καταστάσεις, με κλειστές τράπεζες, περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και δραματική επιδείνωση όλων των οικονομικών μεγεθών. Ήταν αναμενόμενο ότι θα επήρχετο το τέλος των ψευδαισθήσεων και ότι η «για πρώτη φορά» αριστερή κυβέρνηση, σύντομα θα βρισκόταν αντιμέτωπη με την πραγματικότητα. Στην κρίσιμη αυτή στιγμή «δραπέτευσαν» όσοι προτίμησαν να παραμείνουν πιστοί στις ιδεοληπτικές ουτοπίες τους, επιβεβαιώνοντας την φροϋδική άποψη ότι «οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματική ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει την ανάληψη ευθύνης, και οι περισσότεροι άνθρωποι τρέμουν την ανάληψη ευθύνης». Ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι δεν θα δραπετεύσει από τις ευθύνες του. Ίδωμεν.
Ατυχώς, όπως αποδείχθηκε και από το πρόσφατο δημοψήφισμα, το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού αντιδρά παρορμητικά στα γεγονότα και καθίσταται εύκολο θύμα λαϊκιστών και δημαγωγών, με καταστρεπτικά αποτελέσματα. Ο Αϊνστάϊν έχει πει ότι «ένα σωστά ορισμένο πρόβλημα είναι λυμένο κατά το ήμισυ». Εν προκειμένω, είναι λάθος να ορίζουμε ως κύριο οικονομικό πρόβλημα της χώρας την ύπαρξη μεγάλου δημόσιου χρέους. Το πραγματικό πρόβλημα είναι η ύπαρξη δημοσίου ελλείμματος, το οποίο διατηρούμενο και αυξανόμενο επί σειρά ετών οδήγησε στο υπέρογκο δημόσιο χρέος. Είναι επίσης ανάγκη να προσδιορισθούν τα αίτια, οι στόχοι και οι περιορισμοί του προβλήματος: που οφείλεται το έλλειμμα, τι χρονικούς στόχους μειώσεώς του πρέπει να θέσουμε, τι περιορισμοί (παραγωγικής βάσης, χρηματοδότησης, ανθρωπίνων πόρων, κανόνων εσωτερικού και ευρωπαϊκού δικαίου κ.λπ.) υπάρχουν; Στην συνέχεια, να συγκεντρωθούν, αναπτυχθούν και αξιολογηθούν οι δυνατές εναλλακτικές λύσεις: π.χ. πως μπορούν να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, π.χ. με φόρους, μείωση φοροδιαφυγής, αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας, και πως μπορούν να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες, με μείωση του αριθμού ή των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, κατάργηση πρόωρων συντάξεων, ιδιωτικοποιήσεις κ.ο.κ.; Από που μπορεί να εξασφαλισθεί χρηματοδότηση και με ποιούς όρους, από τις διεθνείς αγορές, την Ευρωπαϊκή Ένωση, Κίνα, Ρωσία, Βενεζουέλα; Μετά από μια τέτοια αναλυτική προεργασία μπορούμε να προχωρήσουμε στην επιλογή της βέλτιστης λύσης ή συνδυασμού λύσεων.
Μια προσπάθεια ορθολογικής επίλυσης των προβλημάτων, επιχειρούμενη από κάθε κόμμα, παρά τις επί μέρους ιδεολογικές και άλλες διαφορές τους, θα οδηγούσε ταχύτερα και αποτελεσματικότερα στην ανεύρεση κοινών τόπων και συναινέσεων, πιο κοντά στην αλήθεια και πιο μακριά από τις ψευδαισθήσεις. Αυτό ασφαλώς θα συνέβαλλε στην ωρίμανση της κοινωνίας μας και την σταδιακή μετατροπή της Ελλάδας σε μία κανονική χώρα. Μπορούμε άραγε να ελπίζουμε ότι τα πρόσφατα γεγονότα θα μας οδηγήσουν σε μία τέτοια εξέλιξη; Δύσκολο, όσο και αν προσπαθεί κανείς να εστιάσει στα όποια θετικά σημεία.
Got something to say? Go for it!