Γράφει ο Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος*
Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 26 Οκτωβρίου 2015
Στην διάρκεια της επίσκεψης του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, κ. Φρανσουά Ολάντ, στην Αθήνα, το γαλλικό κοινό θα πρέπει να επείσθη, μετά από τον σχετικό τηλεοπτικό βομβαρδισμό, ότι στην Ελλάδα μαίνονται οι ιδιωτικοποιήσεις, η χώρα βιώνει ανεπανάληπτες ώρες μεταρρυθμίσεων και, βεβαίως, τα «μεγάλα αφεντικά» (le grands patrons) της Γαλλίας ήλθαν εδώ για να πραγματοποιήσουν απίθανες επενδύσεις.
Το ελληνικό κοινό, από την πλευρά του, θα επείσθη από τα εγχώρια ΜΜΕ ότι η Γαλλία είναι «η μεγάλη φίλη της χώρας μας και ο σοσιαλιστής πρόεδρός της θα κάνει ό,τι μπορεί για να ελαφρυνθεί το ελληνικό χρέος», γεγονός που ο κ. πρωθυπουργός θα παρουσιάσει στο διψασμένο για δανεικά κοινό ως το «μεγαλύτερο επίτευγμα» της Ελλάδας στον 21ο αιώνα – και, εδώ που τα λέμε, δεν θα έχει άδικο. Διότι δεν φανταζόμαστε ότι στην διάρκεια των 85 ετών που έπονται θα υπάρξει στην Υδρόγειο άλλη χώρα 11 εκατομμυρίων ψυχών που θα δανειοδοτηθεί με 600 δισεκατομμύρια ευρώ και στην οποία θα χαριστούν 190 δισεκατομμύρια ευρώ για να μπορέσει να τα φέρει βόλτα. Πίσω όμως από τις πιο πάνω ελάχιστα συμβατές με την πραγματικότητα εικόνες, υπάρχει και η ουσία των γεγονότων, με την οποία ελάχιστοι ασχολήθηκαν στην χώρα μας. Το ότι από την εποχή του στρατηγού ντε Γκώλλ η Γαλλία είναι μία χώρα φιλική προς την Ελλάδα, κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει.
Πλείστα δς γεγονότα το αποδεικνύουν. Επίσης δεν αμφισβητείται το ότι ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ τον περασμένο Ιούλιο έσωσε τον κ. Αλέξη Τσίπρα και την Ελλάδα από μία νέα εθνική καταστροφή. Ακόμα, το ότι η Γαλλία – για γεωπολιτικούς και ενδοευρωπαϊκούς λόγους – θέλει πολύ φιλικές σχέσεις με εμάς είναι ηλίου φαεινότερον.
Όμως, όλες οι προαναφερόμενες γαλλικές θέσεις και συμπαραστάσεις σε καμμία περίπτωση δεν μπορούν να λύσουν τα πραγματικά προβλήματα της χώρας, που είναι αποκλειστικά δικά της και για τα οποία, κάθε φορά που η Γαλλία μας προσέφερε την βοήθειά της σε τεχνικό επίπεδο, συναντούσε μία αλαζονική και γελοία στην αμάθειά της διοικητική εξουσία πού μόνον αποστροφή προκαλεί.
Ανεπισήμως, έτσι, οι Γάλλοι φίλοι μας γνωρίζουν από πρώτο χέρι ότι, στην Ελλάδα της κοινωνικής ακινησίας, οι μεταρρυθμίσεις και οι αλλαγές σε αντιλήψεις είναι… για τούς άλλους! Αν λοιπόν ρωτούσε κάποιος τον πρόεδρο Ολάντ ποιες πιθανότητες δίνει, με το χέρι στην καρδιά, να είναι η Ελλάδα μέλος της ευρωζώνης το 2018, πολύ φοβούμεθα ότι η απάντησή του θα ήταν: κάτω από 50%.
Οι Γάλλοι ειδικοί – που τον τελευταίο καιρό ήλθαν, είδαν και απήλθαν από την Ελλάδα – γνωρίζουν ότι η παρούσα κυβέρνηση, παρά τις συμφωνίες που υπογράφει, δεν σκοπεύει να περιορίσει τον δημόσιο τομέα, όπως ούτε και μεταρρυθμίσεις σκοπεύει να κάνει. Ακολουθεί έτσι την τακτική της υπερφορολογήσεως, η οποία, στο μέτρο που δεν συνοδεύεται από επενδυτικό οργασμό, μόνον ένδεια και οργή θα προκαλέσει. Όσο για τις πολυδιαφημιζόμενες ιδιωτικοποιήσεις, όσες από αυτές τελικά πραγματοποιηθούν, αυτό θα συμβεί για να δημιουργηθούν στην χώρα «νέα τζάκια», φιλικά προς το ευρύτερο πρωθυπουργικό περιβάλλον – το οποίο, στο επίπεδο αυτό, καθόλου δεν κρύβει τις προθέσεις του.
Όλα αυτά, όμως, εξελίσσονται μέσα σε ένα καταστροφικό για την οικονομία και την κοινωνία σκηνικό, τις πτυχές του οποίου ούτε οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές του δεν πολυκαταλαβαίνουν. Στην Ευρώπη όλες οι πιο πάνω πραγματικότητες είναι γνωστές, όπως επίσης της είναι γνωστό ότι οι λιγοστές μεταρρυθμιστικές δυνάμεις στην Ελλάδα δεν έχουν καμμία πιθανότητα ανόδου στην εξουσία διότι απλούστατα αποτελούν σε υψηλό βαθμό κοινωνική και πολιτική μειοψηφία.
Όπως επίσης τόνισε προσφάτως στις Βρυξέλλες ο Ιταλός πρώην πρωθυπουργός κ. Μάριο Μόντι, η Ευρώπη θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της και το ελληνικό «όχι» στο δημοψήφισμα του περασμένου Ιουλίου, ασχέτως αν ο κ. Αλέξης Τσίπρας το μετέτρεψε σε «ναι».
Αυτό σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπει την Ελλάδα να είναι μέλος της με το ζόρι. Αν αυτό δεν συνέβαινε, η χώρα θα είχε εξέλθει από την κρίση της – όπως ήδη εξήλθαν η Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Αντιθέτως, στην ελληνική περίπτωση η ύφεση και η φτωχοποίηση μονιμοποιούνται προς όφελος της κρατικής διαφθοράς και της πολιτικο-πολιτειακής διαπλοκής. Κατά συνέπεια, με εξαίρεση την Γαλλία, την Ιταλία και την Κύπρο, για όλες τις άλλες χώρες της ευρωζώνης η περίφημη πρόταση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Β. Σόιμπλε για «προσωρινή έξοδο» από την νομισματική και οικονομική λέσχη, όχι μόνον είναι ευκταία αλλά σήμερα επιβάλλεται και από τις εξελίξεις. Μήπως, όμως, οι τελευταίες ήταν και το απώτερο σχέδιο Τσίπρα τον περασμένο Ιούλιο;
*Επίτιμος Διεθνής Πρόεδρος Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων
Got something to say? Go for it!