Γράφει ο Τηλέμαχος Μαράτος*

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 6 Φεβρουαρίου 2016

xrimatistirio

Όπως θυμάστε η πρώτη (δική μας) εκτίμησις της πωλήσεως των περιουσιακών στοιχείων του κράτους τα υπελόγιζε στα 50 δις. Σήμερα είναι ζήτημα αν θα πιάσουμε πέντε. Το μελαγχολικό αυτό σενάριο είναι πολύ γνωστό σε όσους αναγκάζονται να εκποιήσουν κειμήλια. Αλλά γιατί αναγκάζεται κανείς να πουλήσει τα παροιμιώδη «ασημικά»; Ουδείς το κάνει ευχαρίστως. Αλλά πρέπει να ζήσει.

Είναι πραγματικά λυπηρό, αλλά όσο αυξάνεται η ανάγκη κάποιου να πουλήσει τόσο πέφτει η αξία. Η πτώσις των τιμών των ακινήτων τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα αντανακλά σαφέστατα την πτώχευση της χώρας και την απροθυμία επενδύσεων. Επειδή το κείμενο αρχίζει να θυμίζει ανιαρό εγχειρίδιο, θα προσπαθήσω να έλθω στο θέμα: Το θέμα είναι ότι εάν υποθέσουμε ότι στην κατηφορική πορεία της χώρας, όλες οι αξίες πέφτουν –ακόμη και τα δάνεια προς πώλησιν! – υπάρχει μία αξία η οποία αντιστέκεται. Είναι οι συντάξεις του δημοσίου και ΔΕΚΟ τις οποίες το κράτος- δηλαδή οι πολιτικοί- θα στηρίξουν, με κάθε τρόπο, εις βάρος του υπολοίπου πληθυσμού.

Τα ποσά με τα οποία πληρώνουμε τα αποθεματικά και τις συντάξεις των συντεχνιών δεν είναι αρκετά γνωστά. Στην χθεσινή «Εστία» έγραψα ότι το ποσό που πληρώνουμε στο αποθεματικό της συντεχνίας της ΔΕΗ είναι μεγαλύτερο από όσο προσδοκούμε να εισπράξουμε από την πώληση του λιμένος του Πειραιώς. Με την διαφορά ότι τα λεφτά που θα εισπράξουμε για τον Πειραιά είναι εφ’ άπαξ, ενώ την συντεχνία θα την πληρώνουμε κάθε χρόνο.

Σκεφθείτε τώρα ότι φέτος πουλήσαμε τον Πειραιά αλλά του χρόνου θα πουλήσουμε την Θεσσαλονίκη, μετά την Πάτρα και ούτω καθ’ εξής. Ουσιαστικώς δηλαδή στο προσεχές μέλλον μία συντεχνία θα εισπράξει το ισόποσον της αξίας των λιμένων της χώρας. Δεν είναι τραβηγμένο γιατί απλούστατα ο λόγος που πουλάμε τα λιμάνια (η οτιδήποτε) είναι «για να βουλώσουμε μία τρύπα», όπως λέγεται. Η χαίνουσα και απύλωτος τρύπα είναι οι απαιτήσεις των συντεχνιών. Απαιτήσεις που κατά καιρούς έχουν εκμαιεύσει με δυναμικές απαιτήσεις και εκβιαστικές «μπούκες», κατά την προσφιλή τους έκφραση. Βεβαίως είναι γνωστό ότι το κράτος υπεχρέωσε τις συντεχνίες να καταθέτουν τα αποθεματικά τους στην Τράπεζα της Ελλάδος με «συμβολικό» επιτόκιο. Ωστόσο αριστεροί δεν είσαστε; Τι θα προτιμούσατε να έχουν κατατεθεί σε ιδιωτικές ασφαλιστικές και μάλιστα στο εξωτερικό;

Στην προηγούμενη παράγραφο αναφέρθηκα στις συντεχνίες στον πληθυντικό. Μέχρι να γράψω αυτές τις γραμμές θυμήθηκα ότι αδίκησα την ΔΕΗ με τα 600 εκ. ετησίως. Του ΟΤΕ είναι περισσότερα, ίσως 900 (εκατομμύρια) αλλά δεν έχω τους αριθμούς πρόχειρους. Δεν αμφιβάλλω ότι κάποιος συνδικαλιστής του ΟΤΕ εξ εκείνων που εργαζόντουσαν σκληρά υπό την αιγίδα του κ. Στρατούλη, θα με κατηγορήσει ως άσχετο, αγράμματο κτλ. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι ο εν λόγω κύριος συνέχισε μισθοδοτούμενος ακόμη και όταν έγινε υπουργός. Πιθανώς ακόμη. Άρα εγώ είμαι ο άσχετος. Πράγματι.

Τέλος υπάρχει και μία άλλη συντεχνία που, πράγματι, αδικήθηκε με πρωτοφανή αγριότητα. Αυτή είναι η συντεχνία των Ναυτικών και το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο. Το Ταμείο αυτό ήταν πλούσιο για πολλούς λόγους μεταξύ των οποίων ότι οι Ναυτικοί κατέθεταν τις εισφορές τους σε συνάλλαγμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου το είδε από άλλη πλευρά το πράγμα. Ο κυνισμός και η ανηθικότητα αυτού του προσώπου είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Μόνο στενοί του συνεργάτες το είχαν καταλάβει.

Υποχρέωσε το ΝΑΤ να συμπεριλάβει στους επιδοτούμενους κάθε καρυδιάς καρύδι. Όποιον άσχετο προς το ναυτικό επάγγελμα που ουδέποτε είχε συνεισφέρει τίποτε, και ζούσε μάλιστα εκτός Ελλάδος. Κατά προτίμησιν αριστεροί ένοπλοι κομμουνιστές που είχαν πολεμήσει εναντίον της Ελλάδος και μετά την ήττα του ΕΛΑΣ μετηνάστευσαν σε ασιατικές σοβιετικές χώρες.

Θλιβερά συμπεράσματα βγαίνουν από αυτή την κάπως επιφανειακή θεώρηση των πραγμάτων. Το πρώτο είναι ότι η διαφορά της πολιτική μεταξύ των κομμάτων –τουλάχιστον εκείνων που κυβέρνησαν – δεν είναι μεταξύ δεξιών και αριστερών. Είναι μεταξύ κρατικιστών και όχι. Σε άλλο επίπεδο μεταξύ λαϊκιστών και όχι. Υποτίθεται ότι οι μεγάλοι αντίπαλοι μετά την μεταπολίτευση ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Και οι δύο εξ ίσου κρατικιστές.

Ο μεν Καραμανλής είχε το (Γκωλλικό) όραμα της Ευρώπης ενώ ο Παπανδρέου την χρήση του κράτους ως εργαλείου για την προσωπική του απόλαυση και ψυχική ικανοποίηση. Και τις παροχές προς τους φίλους και φίλους φίλων. Αυτή την τακτική κληρονόμησε το ΠΑΣΟΚ και η Πασοκαρία μετέφερε ως αποσκευές όταν μετακόμισε στον Συριζα.

Εάν έχουμε φτάσει στο σημείο να πουλάμε «τα ασημικά» μας είναι απλούστατα λόγω του παιδισμού που διακατέχει την παρέα που παρέλαβε μία χώρα να την κυβερνήσει κάτι σαν να τοποθετήσει κανείς ένα παιδί του δημοτικού στο πιλοτήριο ενός αεροπλάνου, και «παίζει τον πιλότο». Αλλά τα ασημικά μοιραίως κάποτε τελειώνουν και τα δανεικά δεν είναι ατελείωτα.

 

*Πλοίαρχος Ε.Ν., συγγραφέας