Γράφει ο Γεώργιος Στεφανάκης

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 20 Αυγούστου 2014

Euro

Ι. Δημοσιεύθησαν στοιχεία β΄ τριμήνου. Η Ιταλία επισήμως επανήλθε σε ύφεση. Η Γερμανία σημείωσε αρνητική επίδοση κατά μείον (-) 0,2%. Η Γαλλία παρουσίασε μηδενική ανάπτυξη. Η γερμανική πτώση φαίνεται συγκυριακή. Φαίνεται απότοκη του εμπορικού της αποκλεισμού από την ρώσικη αγορά. Το αποτέλεσμα των άλλων δύο είναι ανησυχητικό για την ευρωπαϊκή υπόθεση. Οι χώρες είναι συνιδρύτριες και της ΕΟΚ και της Ευρωζώνης (!!!).

ΙΙ. Απ΄ ορισμένους αναλυτές ενοχοποιήθηκε το ευρώ, ως ακριβό. Όσοι σκέπτονται έτσι, βάζουν το άροτρο μπροστά από το βόδι. Δεν είναι το φθηνό νόμισμα που φτιάχνει την καλή οικονομία. Συμβαίνει, ακριβώς, το αντίθετο. Τα νομίσματα αυτών των χωρών – γαλλικό φράγκο και ιταλική λιρέτα– υπήρξαν ανέκαθεν υποτιμούμενα. Οι αντίστοιχες οικονομίες, όμως, ουδέποτε υπήρξαν ισχυρές. Εάν η νομισματική υποτίμηση αποτελούσε λύση, δεν θα υπήρχαν πάσχουσες οικονομίες (!!!). Το νόμισμα δεν είναι άλλο τι παρά συντελεστής κόστους, μεταξύ άλλων πολλών. Ειδικώς το «σκληρό» νόμισμα έχει, ανεξαιρέτως, ελάχιστη επιτοκιακή επιβάρυνση. Άρα όποιος ζητά ελαστικοποίηση του ευρώ, οφείλει να προσκομίσει και λογαριασμό τελικής επιβάρυνσης, συνυπολογίζοντας, δηλαδή, (και) το εντεύθεν επιτοκιακό κόστος (!!!).

 Το ζητούμενο κάθε οικονομίας λέγεται παραγωγικότης. Εάν η (κατά περίπτωση) οικονομία πραγματοποιεί εγχώριο προϊόν μεγαλύτερο της εθνικής δαπάνης, είναι πλούσια. Περί αυτού πρόκειται. Ίσως εκ νομισματικών χειρισμών γίνεται (και) πλουσιώτερη. Οι χειρισμοί αυτοί πάντως, ουδέποτε καλύπτουν ελλείπουσα παραγωγικότητα. Ουδείς αναλαμβάνει από νόσο βαριά μόνο με ασπιρίνη (!!!).

ΙΙΙ. Το ευρώ, εξ αποτελέσματος, έχει ναρκοθετήσει τις χώρες του Νότου, μάλιστα και την (εκεί) δεσπόζουσα Γαλλία. Οι νότιοι χρησιμοποίησαν το νόμισμα (ευρώ) ως ομόλογο. Βρήκαν, δηλαδή, ευκαιρία να δανεισθούν με μέσο πληρωμής που έφερε την υπογραφή (και) της Γερμανίας. Άρα δανείσθηκαν με κόστος πολύ χαμηλότερό του της εποχής των εθνικών τους νομισμάτων. Η πτώση επήλθε αμέσως μετά: εν πολλοίς τα φθηνά δάνεια διετέθησαν σε αλόγιστες πολιτικές καταναλωτικές παροχές-δαπάνες. Η οικονομική κρίση συγκλόνισε τούς αφελείς. Σήμερα το δημόσιο χρέος του Νότου, γενικώς, υπονομεύει την επιβίωση (και) των επομένων γενεών. Έξοχη η σχετική ανάπτυξη του Αθαν. Παπανδρόπουλου («Εστία» 15 τρέχ.).

Για την ανάγλυφη απόδοση, έστω ως παράδειγμα: Στην Ελλάδα πάσχει το πιστωτικό σύστημα από τα γνωστά «κόκκινα δάνεια». Αν αυτά δεν τακτοποιηθούν, οι τράπεζες δεν γνωρίζουν τα δανειοδοτικά τους περιθώρια. Ουδείς, όμως, τολμά να ζητήσει από τον ελληνικό λαό να τα πληρώσει. Mutatis mutandis, ουδείς τολμά να επιρρίψει τα δάνεια του Νότου στον αυστριακό, ή φινλανδικό, ή γερμανικό λαό (!!!). Το χρέος του Νότου είναι βαρύτατο. Εάν δεν πληρωθεί από τούς οφειλέτες, μοιραίως πρέπει να πληρωθεί από κάποιον άλλον. Και άλλος δεν προσφέρεται (!!!).

Επί τέλους η συγκεκαλυμμένως προτεινόμενη υποτίμηση ουσιαστικά είναι μείωση της συναλλαγματικής αξίας των αποθεμάτων του Βορρά, σε διεθνή μέσα πληρωμής δηλ. σε χρυσό, γιέν, κ.ο.κ. (!!!).

Η λύση του Νότου λέγεται σκληρή εργασία. Μάλιστα στην κυρίως παραγωγή. Δηλαδή κατ΄ εξοχήν στον πρωτογενή τομέα. Ενδιαφέρουσες οι επ΄ αυτού σκέψεις του Γ. Συκιανάκη («Εστία» 15 τρέχ.).

Συμπερασματικά: Η εργασία πρέπει να γίνει πράξη. Οι δουλειές γραφείου παγκοσμίως είναι λίγες. Δεν αρκούν για την αποφόρτιση της πλεονασματικής αγοράς εργασίας. Το γεγονός πώς, άλλως, ο Βορράς θα πορευθεί μόνος, χωρίς τα χρέη του Νότου, δεν είναι το μείζον. Το μείζον θα είναι τα εκατομμύρια των ανέργων. Η εξαθλίωση πάντα οδήγησε, ιστορικά, σε διαλυτική βία.