Γράφει ο Τηλέμαχος Μαράτος

Δημοσιεύθηκε στην Εστία στις 5 Σεπτεμβρίου 2015

vasilakis

Φοβούμαι ότι το σημερινό κείμενο δεν είναι συναρπαστικό, ούτε πρωτότυπο. Είναι όμως απολύτως αληθινό. Δύο κοινότοπες και πασίγνωστες ιστορίες, στο ίδιο θέμα. Τα ονόματα των «ηρώων», η καλύτερα μαρτύρων, στην διάθεση σας – εν μέτρω.

Παλιός φίλος είναι κάτοικος Λονδίνου επί δεκαετίες. Έχει όμως και κατοικία στην Ελλάδα όπου βρίσκεται συχνά. Εκτός από το Βρεταννικό του διαβατήριο έχει και το Ελληνικό, γιά λόγους συναισθηματικούς. Το Ελληνικό διαβατήριο «έληξε», είχε δηλαδή «ημερομηνία λήξεως», μπαγιάτεψε, που λένε, όπως τα γαλακτοκομικά προϊόντα, και χρειαζόταν ανανέωση. Προσωπικώς ποτέ δεν κατάλαβα ποιο από τα στοιχεία του διαβατηρίου ξυνίζει ή κόβει, αλλά αναζωογονείται με την κατάλληλη ταλαιπωρία. Αλλάζει, φερ ειπείν, η ημερομηνία ή ο τόπος γεννήσεως; Αυτά, ούτε ο παντοδύναμος Θεός δεν μπορεί να αλλάξει. Συνέβησαν, και πάει.

Παρά ταύτα, ο φίλος κάτοχος του «ληγμένου» διαβατηρίου, εκπαιδευμένος σε συναλλαγές με τριτοκοσμικές χώρες, λόγω επαγγέλματος, και κάτοχος Ολύμπιας στωικότητος ξεκίνησε την διαδικασία ανανεώσεως.

Ο αρμόδιος υπάλληλος παρετήρησε ότι το (ληγμένο) διαβατήριο ανέγραφε ότι ήταν κάτοικος εξωτερικού, με βεβαίωση του Ελληνικού Προξενείου. Δεν επείσθη. Ζήτησε διάφορα πιστοποιητικά –λογαριασμούς (αγγλικών) ΔΕΚΟ, Δημοτικών φόρων κτλ, που βεβαίωναν την κατοικία του στο Λονδίνο. Ο στωικός φίλος τα προσεκόμισε. (Δεν θυμάμαι αν χρειαζότανε και ληξιαρχική πράξη γεννήσεως). Τέλος ήρθε η ώρα που το αναζωογονημένο διαβατήριο ήταν έτοιμο και ο Ιώβειος πήγε να το παραλάβει. Εκεί ήταν, μπροστά του, επάνω στο γραφείο του υπαλλήλου. Άπλωσε το χέρι του να το πάρει όταν συνέβη κάτι τόσο σουρρεαλιστικό που ούτε ο Μπουνιουέλ ή κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να φαντασθεί. Την ώρα που άπλωνε το χέρι του, πιο γρήγορος ο φύλαξ της νομιμότητος άπλωσε το δικό του και κράτησε το διαβατήριο. «ταυτότητα!» είπε. Δηλαδή η ταυτοποίησις του δικαιούχου στο διαβατήριο δεν αρκούσε για να τον πείσει ότι αυτός που ζητούσε το διαβατήριο ήταν ο εικονιζόμενος, ο προσκομίσας κτλ.

Ο άλλος φίλος είχε έναν λογαριασμό σε μία Τράπεζα, επί δεκαετίες. Η Τράπεζα σε αυτό το διάστημα είχα αλλάξει ιδιοκτήτες και επωνυμία αλλά ο λογαριασμός άλλαζε μεν, αλλά παρέμενε ενεργός. Τα τελευταία χρόνια όμως, ήταν αδρανής, εκτός από ένα μικρό – χρεωστικό – υπόλοιπο το οποίο η Τράπεζα δεν παρέλειπε να αυξάνει ετησίως. Προ ημερών ο δικαιούχος θέλησε να καταθέσει ένα, πενταψήφιο, ποσόν στον υπερήλικα λογαριασμό, και πήγε στην Τράπεζα προσκομίζων και το «καρνέ» των επιταγών.

Φεύ! Ο λογαριασμός ήταν «αδρανής». Για να γίνει ενεργός (σημειώσατε ότι πρόκειται περί καταθέσεως) ο δικαιούχος έπρεπε να προσκομίσει τα εξής : 1) Ταυτότητα 2) Εκκαθαριστικό της Εφορίας, 3)Απόδειξη ΔΕΗ 3)Απόδειξη ΟΤΕ 4) Απόδειξη ΙΚΑ 5) Απόδειξη ΟΑΕΕ κτλ Όλα αυτά για να πιστοποιήσει την διεύθυνση κατοικίας (όπου η Τράπεζα αλληλογραφούσε επί χρόνια με τον δικαιούχο.)

Τέλος, ας πούμε, τα χρήματα κατετέθησαν και ο ενδιαφερόμενος ζήτησε να εκδώσουν χρεωστική κάρτα. «Αμέσως!» του είπαν. Πέρασε την επομένη. «Ξέρετε… για την κάρτα» «Μάλιστα. Ταυτότητα…» «Σας την έδωσα χθές. Την φωτοτυπήσατε μάλιστα!» «Ναι αλλά δεν κρατάμε τα στοιχεία εδώ!!!» «Που τα κρατάτε;» «Στα κεντρικά…» Ακολούθησε η αίτησις …προσκομίσεως όλων των ντοκουμέντων τα οποία είχαν προσκομισθεί, και φωτοτυπηθεί. μόλις χθές.

Ο εγκέφαλος του πελάτου αδυνατών να διαχειρισθεί αυτή την σύγκρουση με την «λογική» του Κάφκα, ή του Στάλιν, υπερθερμάνθηκε με αποτέλεσμα ένα παροδικό εγκεφαλικό επεισόδιο. (Είναι αλήθεια.) Σκέφθηκε ότι ήταν πελάτης και ζητούσε να καταθέσει χρήματα. Ότι (ιδιωτικοί) υπάλληλοι δεν του έκαναν καμμία χάρη, αντιθέτως, από τους πελάτες κέρδιζαν το ψωμί τους. Τα είπε αυτά και η απάντησις ήταν ότι αυτή ήταν η εντολή της Τραπέζης της Ελλάδος.

Στο σημείο εκείνο ο πελάτης ευχήθηκε να προσαχθεί ο κ. Στουρνάρας σιδηροδέσμιος στην κ. Κωνσταντοπούλου για να απαντήσει, επί δεκαοχτώ ώρες, : Γιατί εκδίδει εγκυκλίους που υπονοούν ότι οι πελάτες είναι ύποπτοι ως κοινοί απατεώνες, που δηλώνουν ψευδή στοιχεία, παριστάνοντας ότι είναι άλλοι, ότι κάθονται αλλού κτλ., με σκοπό να …καταθέσουν χρήματα.

Αλλά βεβαίως δεν φταίει ο κ. Στουρνάρας. Ο συντάκτης (ή η επιτροπή μάλλον) που συνέταξε αυτή την εγκύκλιο χαμογέλασε με απόλαυση μπροστά στην ευκαιρία να βασανίσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους καθημερινώς. Πώς τους ξέφυγε η Ληξιαρχική Πράξις της γεννήσεως της μητέρας του ταλαιπώρου αιτούντος; Ήταν οι γονείς του παντρεμένοι; Βεβαίωσις του Ιερέως – με βεβαίωση της υπογραφής του από την αστυνομία; Και ποιος βεβαιώνει ότι η υπογραφή του Αστυνόμου είναι γνήσια;

Δεν υπάρχει Δημόσιος Υπάλληλος στον οποίον θα δοθεί η ευκαιρία (η εξουσία) να πεί ΟΧΙ και δεν θα την εξασκήσει. Είναι μία ασθένεια κολλητική που μεταδίδεται από τους Δημοσίους στους ιδιωτικούς. Όσοι αναγκάζονται να εργάζονται εγκλωβισμένοι – γιατί δεν έχουν κατορθώσει να βολευτούν σε καμμία αργομισθία «συμβούλου» κτλ – μισούν εκείνους που υποκλίνονται μπροστά τους, σκυφτοί στην άλλη πλευρά του τοίχους. Δεν χάνουν ευκαιρία να το δείξουν. «Περάστε από Δευτέρα…»